Διδάκτωρ Πολιτικών Επιστημών και διδάσκων σε ΕΑΠ και Πανεπιστήμιο Πελοποννήσου, ο Πάνος Κολιαστάσης αποτελεί μια φρέσκια και σοβαρή περίπτωση ανατόμου του πολιτικού φαινομένου. Από την κρίση του δικομματισμού μέχρι τα κοινωνικά ρεύματα και τι μπορούν να επιφυλάσσουν.
Πολλοί βλέπουν το σημερινό πολιτικό σκηνικό ως «πολιτική κρίση». Θεωρείτε πως ισχύει κάτι τέτοιο;
Χρειάζεται να συντρέχουν μερικές προϋποθέσεις. Σύμφωνα με μια ορισμένη εκδοχή, όταν οι πολιτικοί θεσμοί αποτυγχάνουν να διαχειριστούν αποτελεσματικά ένα κορυφαίο ζήτημα (π.χ. κρίση οικονομική ή σκάνδαλο διαφθοράς), χάνουν την εμπιστοσύνη των πολιτών. Ετσι υποσκάπτεται η νομιμοποίησή τους πυροδοτώντας κοινωνική διαμαρτυρία που προκαλεί με τη σειρά της πολιτική αστάθεια, αλλεπάλληλες εκλογές και αδυναμία σχηματισμού βιώσιμων κυβερνήσεων. Τέτοια πολιτική κρίση βίωσε, για παράδειγμα, η χώρα την περίοδο 2011-2015.
Σήμερα;
Σήμερα οι συνθήκες διαφέρουν. Υπάρχουν σοβαρά ζητήματα, όπως π.χ. ο πληθωρισμός, αλλά όχι μια μείζονα κρίση. Η εμπιστοσύνη στους θεσμούς είναι χαμηλή. Η δυσπιστία μεταφράζεται σε έλλειμμα αντιπροσώπευσης που αντανακλάται όμως κυρίως στην αυξημένη αποχή. Η κοινωνική διαμαρτυρία είναι υπαρκτή αλλά όχι διαρκής. Οι γιγαντιαίες διαδηλώσεις για τα Τέμπη υπήρξαν πρόσκαιρες. Η κυβέρνηση καταγράφει σημαντική φθορά ήδη από τις ευρωεκλογές, προηγείται όμως δημοσκοπικά του δεύτερου με διαφορά, στηρίζεται σε ευρεία κοινοβουλευτική πλειοψηφία και προωθεί την πολιτική της σε περιβάλλον πολιτικής σταθερότητας. Συνεπώς, παρά τα υπαρκτά προβλήματα, δεν υφίσταται ακόμα μια συνολική πολιτική κρίση.
Θεωρείτε πιθανή μια επιστροφή ενός μοντέλου δικομματισμού με δύο πόλους που πειστικά εναλλάσσονται στην εξουσία;
Δεν μοιάζει ιδιαίτερα πιθανό στο ορατό μέλλον. Ο δικομματισμός, μεταξύ άλλων, προϋποθέτει έναν βαθμό πόλωσης – έστω μετριοπαθούς – που αντανακλά κοινωνικές αντιθέσεις με ιστορικές ρίζες και προσφέρει στους πολίτες δύο διακριτές εναλλακτικές. Εξελίσσεται συνήθως στο πλαίσιο της παραδοσιακής τομής «Αριστερά – Δεξιά» και συναφείς εκδοχές όπως η αντίθεση «Δεξιά – Αντιδεξιά» που σημάδεψε το δικομματισμό προ κρίσης. Υπάρχουν βεβαίως και άλλες διαστάσεις, όπως η διάκριση «Μνημόνιο – Αντιμνημόνιο» ή αργότερα «ΣΥΡΙΖΑ – αντιΣΥΡΙΖΑ» που προσδιόρισαν τον δικομματισμό μετά την κρίση, χωρίς όμως διάρκεια. Σήμερα η πόλωση δεν είναι διακριτή. Η ΝΔ λειτουργεί πολυσυλλεκτικά στερώντας ζωτικό χώρο από τους αντιπάλους της, το ΠαΣοΚ δυσκολεύεται να προτείνει σαφή εναλλακτική ενώ η πιθανότητα αναβίωσης μιας ισχυρής λαϊκίστικής αντιπολίτευσης όπως την περίοδο 2012 – 2015 δείχνει χαμηλή.
Μιλάμε συχνά για Κρίση του Κομματικού Φαινομένου. Κι όμως από την κρίση αυτή μας διαφεύγει πως υπάρχουν ακροδεξιά κόμματα που μια χαρά ευδοκιμούν…
Ευδοκιμούν, είναι αλήθεια, σε χώρες ευρωπαϊκές είτε κυβερνώντας (Ιταλία) είτε διεκδικώντας την εξουσία (π.χ. Γαλλία, Γερμανία, Βρετανία). Η άνοδος προκύπτει από έναν συνδυασμό οικονομικής και πολιτισμικής ανασφάλειας που τροφοδοτείται από τον πληθωρισμό, την παγκοσμιοποίηση, τον αυτοματισμό, τη μετανάστευση, τον «δικαιωματισμό» κ.λπ. Στην Ελλάδα προστίθενται και ειδικότερες αιτίες, όπως η αντίθεση στη φιλοδυτική πολιτική της κυβέρνησης. Ωστόσο η δυναμική της δεν μοιάζει εξίσου ισχυρή. Αν και τα τρία ακροδεξιά κόμματα που εξέλεξαν ευρωβουλευτές το 2024, άθροισαν εκλογικό ποσοστό ιστορικά υψηλό λόγω της αποχής-ρεκόρ, σε απόλυτο αριθμό ψήφων συγκέντρωσαν όσες και τα τρία ακροδεξιά κόμματα που εισήλθαν στη Βουλή το 2023 (περίπου 660.000). Σήμερα κινούνται αθροιστικά σε κάπως υψηλότερα δημοσκοπικά επίπεδα, χωρίς όμως να ξεχωρίζει κάποιος ισχυρός ανταγωνιστής.
Η Ελλάδα μοιάζει να έχει εξέλθει του σοκ των μνημονίων. Εσείς βέβαια στον τόμο «Αφανείς και Ορατές Αντιθέσεις» (Πάνος Καζάκος – Πάνος Κολιαστάσης) εντοπίζετε στο περιεχόμενο αυτών των προγραμμάτων και τον όρο Λιτότητα και τον όρο Μεταρρυθμισμός. Τελικά το όλο πείραμα ήταν πετυχημένο και ήταν πρόγραμμα διάσωσης ή απλώς υπηρέτησης δημοσιονομικών στόχων έναντι των ευάλωτων;
Το Μνημόνιο υπήρξε ένα πρόγραμμα λιτότητας και φιλελεύθερων μεταρρυθμίσεων με στόχο τη δημοσιονομική εξυγίανση, τη βελτίωση της ανταγωνιστικότητας και τη μεταβολή του αναπτυξιακού προτύπου. Αποσκοπούσε επίσης στην αποτροπή μιας άτακτης χρεοκοπίας και του Grexit. Παρά το βαρύ κοινωνικό κόστος, οι περισσότεροι στόχοι επετεύχθησαν. Η χώρα παρέμεινε στο ευρώ, απέφυγε την πτώχευση, διασφάλισε τη δημοσιονομική σταθερότητα, επέστρεψε στις αγορές και την ανάπτυξη. Δεν άλλαξε όμως ριζικά το αναπτυξιακό μοντέλο. Οι επενδύσεις και οι εξαγωγές βεβαίως αυξάνονται και η μεταποίηση ενισχύεται, αλλά ακόμα δεν έχει διασφαλιστεί ισχυρή, μακροπρόθεσμη δυναμική ανάπτυξης.
Η κυβέρνηση μοιάζει να είναι σε τροχιά φθοράς αλλά ταυτόχρονα δείχνει μια αντοχή για τον έβδομο χρόνο της. Υπάρχει εκείνη η τομή-καταλύτης που θα μεταβάλει τα πράγματα ραγδαία για εκείνη;
Τα γεγονότα πάντα μπορούν να προκαλέσουν ανατροπές, όπως προειδοποιούσε ο Χάρολντ ΜακΜίλαν. Γεγονότα όπως μια εξωτερική διαταραχή ή ένα νέο σκάνδαλο διαφθοράς. Ωστόσο δεν αποτελεί το επικρατέστερο σενάριο μεσοπρόθεσμα. Οι εκλογές, επίσης, πρωτίστως χάνονται από τις κυβερνήσεις και δευτερευόντως κερδίζονται από τις αντιπολιτεύσεις. Αρκεί να υφίσταται ένας προνομιακός υποδοχέας της κοινωνικής δυσαρέσκειας. Κάτι που δεν είναι για την ώρα ορατό καθώς οι ηγέτες της αντιπολίτευσης υστερούν δημοσκοπικά του Πρωθυπουργού σε «πρωθυπουργησιμότητα».
Θεωρείτε πως η Κεντροαριστερά στο σύνολό της έχει πρόβλημα προσανατολισμού, λανθασμένου πολιτικού σχεδίου ή η όλη κρίση της είναι πιο ταυτοτική;
Πανευρωπαϊκά είναι σε υποχώρηση καθώς οι χώρες όπου παίζει σημαντικό ρόλο είναι λίγες. Στην Ελλάδα βρίσκεται σε δυσμενή θέση. Συνολικά η Κεντροαριστερά αδυνατεί να προσαρμόσει την ταυτότητά της στα νέα δεδομένα. Αφενός γιατί οι αντιδεξιές συνταγές δεν αποδίδουν όταν ο μέσος ψηφοφόρος έχει μετακινηθεί δεξιότερα συγκριτικά με το παρελθόν όντας πιο φιλελεύθερος στην οικονομία και πιο συντηρητικός σε θέματα ασφάλειας και μετανάστευσης. Αφετέρου γιατί ένα τμήμα του αριστερόστροφου ακροατηρίου κρατά «αντισυστημική» απόσταση από όλα τα κόμματα εξουσίας.
ΟΠΕΚΕΠΕ. Τέμπη. Ακρίβεια. Τι από όλα αυτά πιστεύετε πως μπορεί να έχει δυναμική που θα άλλαζε τον πολιτικό συσχετισμό;
Ο πληθωρισμός έχει επηρεάσει ήδη τις εκλογές σε άλλες χώρες (ΗΠΑ, Γερμανία, Γαλλία). Στην Ελλάδα είναι σταθερά στην κορυφή των προτεραιοτήτων των κοινής γνώμης ήδη από το 2022. Ηταν η βασική αιτία για τη φθορά της κυβέρνησης στις ευρωεκλογές. Είναι ασαφές όμως εάν μπορεί να αλλάξει τους συσχετισμούς. Η ψήφος αποτελεί μια άσκηση σύγκρισης ανάμεσα στις επιδόσεις της κυβέρνησης και σε εκείνες της αντιπολίτευσης εάν ήταν κυβέρνηση. Εως τώρα η σύγκριση αποβαίνει υπέρ της ΝΔ. Κι όσο περισσότερο περνά ο χρόνος, η ανατροπή δυσκολεύει. Ζητήματα όπως ο ΟΠΕΚΕΠΕ ή τα Τέμπη λειτουργούν επιβαρυντικά αλλά όχι καθοριστικά. Ισως γιατί στα μάτια των πολιτών αντανακλούν διαχρονικές παθογένειες.

