15.7 C
Thessaloniki

Ψηφιακή ενιαία αγορά και δημοκρατία

Ημερομηνία:

Τα επίδικα σε κάθε συζήτηση για το νομικό καθεστώς των ισχυρών ψηφιακών πλατφορμών και των υποκείμενων εταιρικών σχημάτων επί των οποίων αυτές αναπτύσσονται και δραστηριοποιούνται επιχειρηματικά δεν συμπίπτουν απολύτως με τις κλασικές αρχές των δικαιικών σταθμίσεων. Εν προκειμένω, όποιος κι αν είναι σε κάθε περίπτωση ο έτερος όρος, γεγονός παραμένει ότι η μία διάσταση της αντιδικίας ανάγεται στα συμφέροντα των οικονομικών κολοσσών των καιρών μας.

Υπό αυτή την οπτική, το ζήτημα των δικαιωμάτων που διεκδικούν οι εκδότες Τύπου για την αναπαραγωγή και χρήση του ειδησεογραφικού περιεχομένου τους από τις μεγάλες ψηφιακές πλατφόρμες και η περαιτέρω απόδοση μέρους των εσόδων στους δημοσιογράφους – δημιουργούς του αναπαραχθέντος περιεχομένου δεν αφορά απλώς τη βιωσιμότητα του εκδοτικού κλάδου, ούτε προτάσσει τη συντεχνιακή θωράκιση πνευματικών, συγγενικών ή λοιπών περιφερειακών δικαιωμάτων. Η σχετική ευρωπαϊκή οδηγία 2019/790 της 17ης Απριλίου 2019, για τα δικαιώματα πνευματικής ιδιοκτησίας και τα συγγενικά δικαιώματα στην ψηφιακή ενιαία αγορά – ήδη ενσωματωθείσα στο εθνικό δίκαιο, διά του νόμου 4996/2022 – επιχείρησε καταρχάς την αποκατάσταση της στρέβλωσης στο πεδίο του ανταγωνισμού και την εύρυθμη λειτουργία της εσωτερικής αγοράς. Με δεδομένες τις μεταβολές που επιφέρουν «[σ]τον τρόπο δημιουργίας, παραγωγής, διανομής και εκμετάλλευσης έργων … [οι] ραγδαίες τεχνολογικές εξελίξεις», η οδηγία προσβλέπει επίσης στην ενθάρρυνση της «καινοτομία[ς], τη[ς] δημιουργικότητα[ς], την επένδυση και την παραγωγή νέου περιεχομένου, … στο ψηφιακό περιβάλλον», καθώς επίσης στην προώθηση της πολιτισμικής πολυμορφίας και της κοινής ευρωπαϊκής πολιτιστικής κληρονομιάς.

Προκειμένου να επιτευχθούν ωστόσο, οι προαναφερόμενοι ευγενείς στόχοι επιβάλλεται, κατά πρώτον, ο επαναπροσδιορισμός του περιεχομένου της πνευματικής ιδιοκτησίας και των δικαιωμάτων των δημιουργών, στο ψηφιακό περιβάλλον. Η ειδοποιός διαφορά συνίσταται στην ταχύτητα διάδοσης και στην ευχέρεια εξακολουθητικής ανάκτησης του ψηφιακού περιεχομένου, σε χρόνους μη συναρτώμενους απαραίτητα με την επικαιρότητα, όπως κατά κανόνα συνέβαινε με τα παραδοσιακά μέσα της έντυπης ενημέρωσης. Είναι γεγονός εξάλλου, ότι η τελευταία υποχωρεί με εκθετικούς ρυθμούς, ενώ το πεδίο τείνει να μονοπωληθεί από την ενημέρωση που παρέχεται μέσω των ψηφιακών πλατφορμών.

Αυτό σημαίνει ότι επιβάλλεται αναλογικός επανακαθορισμός του τρόπου με τον οποίο επιμερίζεται το οικονομικό όφελος που αποφέρει η πολλαπλασιαστική χρήση του περιεχομένου ως ψηφιακής πλέον προστιθέμενης αξίας που αποκομίζουν οι πλατφόρμες διαμοιρασμού. Μόνο μέσω μιας τέτοιας αναδιανομής μπορεί να επιχειρηθεί άρση της ασυμμετρίας προς αποκατάσταση του gap value που έχει ήδη διαμορφωθεί μεταξύ της ψηφιακής ηγεμονίας και του πρωτογενούς εκδοτικού – δημοσιογραφικού τομέα.

Η αιτιολογία της απόφασης της γαλλικής Autorité de la Concurrence της 20ής Μαρτίου 2024, διά της οποίας επιβλήθηκε κύρωση 250 εκατομμυρίων ευρώ σε βάρος της Google, για παραβίαση των κανόνων περί διαφάνειας, δεσπόζουσας θέσης και καλής πίστης κατά το στάδιο διαπραγματεύσεων με τους εκδότες τύπου, συγκεφαλαιώνει τα βασικά επίδικα της συζήτησης και εισάγει ευρύτερα αξιοποιήσιμες μεθοδολογικές σταθμίσεις προς επίτευξη εύλογης ισορροπίας. Σημειωτέον ότι δεν είναι η μοναδική απόφαση εθνικής αρχής κατά των υπερμεγέθων εταιρικών οντοτήτων που ορίζουν το ψηφιακό τοπίο.

Το γεγονός ότι οι κολοσσοί του συμπλέγματος GAMAM δεν απολαμβάνουν δικαιοδοτικής ασυλίας εγγράφεται στα καλά νέα. Και μάλιστα, όχι μόνο προς την κατεύθυνση ισόρροπης οικονομικής αναδιανομής και ορατότητας του παραδοσιακού τύπου. Κυρίως επειδή η αποσταθεροποιημένη πολιτική συγκυρία της εποχής μας – τόσο η επελαύνουσα ευρωπαϊκή ακροδεξιά, όσο και οι ακραίες πολιτικές και θεσμικές μετατοπίσεις στις ΗΠΑ – καθιστούν περισσότερο ίσως από ποτέ, την ανεξαρτησία του τύπου κρίσιμο δημοκρατικό αντίβαρο

.

Στα καθ’ ημάς, το momentum δεν πρέπει να παρέλθει αναξιοποίητο. Καθώς επίκειται ο ειδικότερος προσδιορισμός των κριτηρίων για τον καθορισμό της αναλογούσας αμοιβής των εκδοτών από τους παρόχους υπηρεσιών της κοινωνίας της πληροφορίας, ο υπό έκδοση κανονισμός από την Εθνική Επιτροπή Τηλεπικοινωνιών και Ταχυδρομείων, οφείλει να μην εξαντληθεί στα logistics του ζητήματος. Η ευρωστία του τύπου είναι δικαιοκρατικό προαπαιτούμενο, ενώ τα λιποβαρή αντίβαρα εξασθενίζουν τις δημοκρατικές εγγυήσεις.

Η Κατερίνα Παπανικολάου είναι δικηγόρος, τ. μέλος στην Αρχή Διασφάλισης Απορρήτου των Επικοινωνιών

Πηγή: taNea.gr

κοινοποιήστε την ανάρτηση

Εγγραφείτε

spot_imgspot_img

Δημοφιλή

Περισσότερα σαν αυτό
Related

Βρετανία: Πυρκαγιά σε τέμενος του Πισχέβεν – Για «έγκλημα μίσους» κάνουν λόγο οι αρχές

Ως «έγκλημα μίσους» αντιμετωπίζεται από τη βρετανική αστυνομία μια...

Γερμανία: Συνάντηση με εκπρόσωπο των Ταλιμπάν στην Καμπούλ είχε απεσταλμένος του Υπ. Εσωτερικών

Στην Καμπούλ βρέθηκε την περασμένη εβδομάδα εκπρόσωπος του ομοσπονδιακού...

Η νέα κυβέρνηση Λεκορνί στη Γαλλία απειλείται ήδη με πρόταση μομφής «αν δεν αλλάξει πορεία»

Έπειτα από τέσσερις εβδομάδες διαβουλεύσεων, η Γαλλία απέκτησε σήμερα...