Κυκλοφόρησαν πριν από λίγες εβδομάδες τα «Ημερολόγια και τα σημειωματάρια της Patricia Highsmith» (εκδ. Άγρα, μτφ. Ανδρέας Αποστολίδης), που αφορούν την περίοδο 1941 – 1950 της Νέας Υόρκης. Από τότε, δηλαδή, που η μετέπειτα μοντερνίστρια συγγραφέας (1921 – 1995) μπαίνει ως 20χρονη φοιτήτρια στο Κολέγιο Μπάρναρντ μέχρι τη στιγμή που εκδίδεται η «Τιμή του αλατιού», το μυθιστόρημά της όπου δύο ερωτευμένες γυναίκες ζούνε μαζί στα όρια της ερωτικής εμμονής.
Οι πληροφορίες για τον τρόπο που «γίνεται αυτή που είναι», σύμφωνα με τη νιτσεϊκή διατύπωση, είναι δεκάδες. Για τις ανάγκες του δικού μας σημειώματος εστιάζουμε σε πολλές από τις αναφορές της στα βιβλία και τους συγγραφείς που ανακάλυπτε: Σαίξπηρ, Έλιοτ, Τζόις, Κάφκα, Βιρτζίνια Γουλφ, κατά κύριο λόγο. Το ίδιο πυκνές, πάντως, είναι οι αναφορές στην κλασική μουσική (Μπαχ, Μότσαρτ και Σούμπερτ, πάνω απ’ όλα), καθώς και στη ζωγραφική.
«Χθες βράδυ διάβασα το Ημέρωμα της στρίγκλας» (9 Ιανουαρίου 1941)
«Διάβασα το Πολύ κακό για το τίποτα, που είναι πολύ καλό. Ξεκίνησα το Finnegans Wake [του James Joyce]» (12 Ιανουαρίου 1941)
«Μελέτησα καλά. Όμηρο» (σ.σ.: προηγουμένως είχε γράψει ότι στο διαγώνισμα ελληνικών πήγε καλά» (20 Μαρτίου 1941)
«Διαβάζω Ιούλιο Καίσαρα, Με το ίδιο μέτρο -κλπ. (σ.σ: Σαίξπηρ). Είναι συναρπαστικό να μελετάει κανείς έτσι: όλη μέρα! Τις σκέψεις άλλων ανδρών» (19 Μαΐου 1941)
«Τώρα Θάνατος στη Βενετία του [Thomas] Mann, θεωρείται εξαιρετικό. Οποιοσδήποτε θα μπορούσε να το κάνει έχοντας μια παράξενη ιδέα και την ικανότητα να γράφει στρωτά. Η ανάπτυξη ενός μυθιστορήματος με γοητεύει. Αλλά παρά την κριτική μου ανάγνωση στο παρελθόν, πρέπει να σκεφτώ περισσότερο την πλοκή και τη δράση» (14 Ιουλίου 1941).
«Διάβασα το Ανταύγειες σε χρυσά μάτια [της Carson McCullers]. Δεν είναι καθόλου καλό» (29 Αυγούστου 1941)
«Ξεκίνησα να διαβάζω αυτό το βράδυ την Αυτοβιογραφία της Alice B.Toklas [της Gertrude Stein]. Έξοχο γράψιμο. Έχω γυρίσει καινούρια σελίδα στο γράψιμο» (6 Σεπτεμβρίου 1941)
«Διάβασα το μεγαλύτερο μέρος από τον Τελευταίο των Μοϊκανών [του James Fenimore Cooper]» (15 Νοεμβρίου 1941)
«Διάβασα το Red Badge of Courage (Κόκκινο σήμα του θάρρους) του Stephen Crane]. Εξαιρετική γραφή» (29 Δεκεμβρίου 1941)
«Διάβασα Walt Whitman για τον οποίο νιώθω επί ένα διήμερο πάθος» (4 Ιανουαρίου 1942)
«Έγκλημα και τιμωρία… Ένα μυθιστόρημα σαν κι αυτό είναι ένα πραγματικό έργο τέχνης. Μια δολοφονία – ένας φόνος σ’ ένα μυθιστόρημα είναι κάτι που με συναρπάζει» (12 Μαρτίου 1942)
«Ξεκίνησα το Παρακμή και πτώση της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας του [Edward Gibbon]. Απλώς υπέροχο! Άλλο ένα μεγάλο βιβλίο σαν του [James ] Boswell The life of Samuel Johnson» (17 Μαρτίου 1942)
«Διάβασα το πρωί πολύ χαρούμενη τους Πρεσβευτές [του Henry James]» (28 Μαρτίου 1942)
«Τα Χρόνια μαθητείας του Βίλχελμ Μάιστερ του Goethe είναι αφόρητα βαρετό, παρά την υπομονή μου με τους κλασικούς» (8 Ιουνίου 1942)
«Διάβασα Εκκλησιαστή απόψε και είναι θαυμάσιο κείμενο. Ο Ρολφ κάποτε απήγγειλε κομμάτια του φωναχτά στην έρημο» (17 Αυγούστου 1942)
«Διάβασα τον Double man του W.H.Auden. Αρκετά καλό. Όχι όμως τόσο ευφυές ή περιεκτικό όσο και του [Τ.Σ.] Έλιοτ, τον οποίο μιμείται καμιά φορά» (23 Αυγούστου 1942)
«Τέλειωσα Jean Cocteau – Les enfants [terribles] (Τα τρομερά παιδιά). Τι αξιομνημόνευτο βιβλίο! Viva!» (11 Οκτωβρίου 1942)
«Υπάρχει μια ποιότητα, ανιχνεύσιμη σε όλους τους αιώνες της λογοτεχνίας, η οποία προκύπτει μόνο από συγγραφείς που είναι οι ίδιοι ερωτευμένοι. Είναι η ανείπωτη γλυκύτητα που έθεσε ο Σαίξπηρ στις σκηνές του Ρωμαίου και της Ιουλιέτας, η έμπνευση του νεαρού Εβραίου ποιητή του καιρού μας που έγραψε απλά και κυριολεκτικά για τις αγκαλιές της καλής του. Είναι μια ανδρική ποιότητα διότο πηγάζει από την ανδρική επιθυμία για έρωτα, σωματικό, αλλά πνευματικά μετουσιώνεται σ’ έναν πίδακα ανεπιτήδευτης εκφοράς του λόγου.
Όταν διαβάζει κανείς τέτοιες γραμμές δίχως να είναι ερωτευμένος, του φαίνονται ανοησίες και συναισθηματισμοί, ενδεικτικοί της αδυναμίας του συγγραφέα. Αν τις ξαναδιαβάσουμε όταν είμαστε ερωτευμένοι κι εμείς, κάθε λέξη αποκτά το σωστό, υποκειμενικό της νόημα και αποτέλεσμα» (20.3.43)