Ένα ξεχωριστό «ταξίδι» στην Θεολογική Σχολή της Χάλκης και στη διάσημη Βιβλιοθήκη της είχε την ευκαιρία να προσφέρει ο Αρχιεπίσκοπος Αμερικής Ελπιδοφόρος σε πλήθος ακροατών κατά τη διάρκεια της ομιλίας του στη Βιβλιοθήκη ‘Άγιος Αγαπητός’ της Μητρόπολης Χίου, στο πλαίσιο της μορφωτικής πρωτοβουλίας “Φιλολογικό Ειλητάριο”. Η ιστορική σχολή, που παραμένει διαχρονικό σύμβολο του Οικουμενικού Θρόνου και δεύτερη σε σειρά πατριαρχική βιβλιοθήκη από το 1844, βρέθηκε στο επίκεντρο του ενδιαφέροντος τόσο για τη συμβολή της στη θεολογική παιδεία όσο και για την πολιτισμική της κληρονομιά.
Ο Αρχιεπίσκοπος, ο οποίος επισκέφθηκε τη Χίο κατόπιν πρόσκλησης της ομογένειας, ανταποκρίθηκε στο κάλεσμα του Μητροπολίτη Χίου Μάρκου. Δήλωσε χαρακτηριστικά τη βαθιά συγκίνηση και τιμή που αισθάνθηκε συμμετέχοντας στην πνευματική παράδοση τόσων σπουδαίων εισηγητών που πέρασαν από αυτόν τον χώρο, ανάμεσα στους οποίους και ο ίδιος ο Οικουμενικός Πατριάρχης Βαρθολομαίος.
Ξεκινώντας την ομιλία του, αναφέρθηκε στη Κωνσταντινούπολη, την «πόλη της καρδιάς μας», χαρακτηρίζοντάς την ως σταυροδρόμι πολιτισμών που συνδέει Ανατολή και Δύση. Με γλαφυρό λόγο, ταξίδεψε το κοινό στο Βυζάντιο των Μεγάλου Κωνσταντίνου και Ιουστινιανού, στην Αγία Σοφία και στο Οικουμενικό Πατριαρχείο, κορυφώνοντας τη διαδρομή με την αναφορά στη Θεολογική Σχολή της Χάλκης.
Η ιστορία και η παρακαταθήκη της Σχολής
Ιδιαίτερη έμφαση δόθηκε από τον Αρχιεπίσκοπο Ελπιδοφόρο, ο οποίος διετέλεσε και ηγούμενος της Ι.Μ. Αγίας Τριάδας Χάλκης, στο ζήτημα της επαναλειτουργίας της Θεολογικής Σχολής ώστε να συνεχίσει να λειτουργεί ως φυτώριο θεολογικής επιστήμης, διαμορφώνοντας προσωπικότητες με σθένος και πνευματική κατάρτιση τόσο για την Αγία του Χριστού Μεγάλη Εκκλησία όσο και για ολόκληρο το γένος. Υπενθύμισε ότι η λειτουργία της σχολής διακόπηκε το 1971 βάσει τουρκικού νόμου που απαγόρευσε τα ιδιωτικά ανώτατα εκπαιδευτικά ιδρύματα, τονίζοντας ότι το εμβληματικό της κτίριο εξακολουθεί να στέκει επιβλητικό «στον λόφο της ελπίδας», προσμένοντας υπομονετικά τη στιγμή της επανέναρξης.
Με ιδιαίτερη αναφορά στη Βιβλιοθήκη της Σχολής, σημείωσε τη σημασία της ως κιβωτού εκκλησιαστικής γνώσης και μνήμης και περιέγραψε τις προσπάθειες που έχουν καταβληθεί τα τελευταία χρόνια για την αναδιοργάνωσή της. Σε συνεργασία με τη Βιβλιοθήκη της Βουλής των Ελλήνων, πανεπιστήμια, φορείς και πλήθος εθελοντών, υλοποιούνται η ψηφιοποίηση και η καταλογογράφηση του πολύτιμου υλικού, διασφαλίζοντας έτσι τη μετάδοση της κληρονομιάς αυτής στις μελλοντικές γενιές.
Σημαντικές πρωτοβουλίες και νέα εποχή
Ιδιαίτερη μνεία απέδωσε στον Θανάση Μαρτίνο, τον οποίο χαρακτήρισε ως «απίστευτης γενναιοδωρίας Έλληνα» και μελλοντικό μεγάλο εθνικό ευεργέτη, χάρη στον οποίο υλοποιείται η γενναία ανακαίνιση του κτηριακού συγκροτήματος της Σχολής. Στόχος, όπως τόνισε, είναι η δημιουργία σύγχρονων εγκαταστάσεων, χώρων φιλοξενίας και η μετατροπή της σε πρότυπο συνεδριακό κέντρο με δυναμικό ρόλο.
Παράλληλα, ο Αρχιεπίσκοπος Ελπιδοφόρος ανακοίνωσε την απόφαση για την αναβίωση του μοναστηριακού χαρακτήρα του χώρου, ανοίγοντας διάπλατα τις πύλες της Σχολής σε ακαδημαϊκές, επιστημονικές και πολιτιστικές δραστηριότητες, φιλοδοξώντας να λειτουργήσει ως εστία πνευματικής αναγέννησης και διαλόγου.
Η αξία της πνευματικής ζωής και η αποστολή της Σχολής
Κλείνοντας την ομιλία του, ο Αρχιεπίσκοπος υπογράμμισε με έμφαση πως «η αξία της Σχολής δεν βρίσκεται μόνο στην ακαδημαϊκή γνώση, αλλά κυρίως στον μοναστικό χαρακτήρα και την πνευματική ζωή που καλλιεργείται εντός της». Τόνισε ότι η Βιβλιοθήκη της Χάλκης ξεκίνησε ως μοναστηριακή και εξελίχθηκε σε θεολογική, αποτελώντας γέφυρα μεταξύ πνευματικής καλλιέργειας και επιστημονικής έρευνας. Όπως σημείωσε, «η εμπειρία της πνευματικής ζωής σε μοναστικό περιβάλλον και η επιστημονική κατάρτιση δεν αντιφάσκουν, αλλά συμπληρώνουν η μία την άλλη», ενώ επισήμανε πως οι φοιτητές της Σχολής θα συνεχίσουν να ζουν ως δόκιμοι αδελφοί, γαλουχούμενοι στο πνεύμα της Ορθοδοξίας και της οικουμενικότητας.