30.2 C
Thessaloniki

Τον καθημερινό Οιδίποδα της ανθρώπινης αγωνίας

Ημερομηνία:

«Είναι όλα όσα βλέπουμε ή φανταζόμαστε όνειρο που ονειρευόμαστε;». Οι στίχοι του Εντγκαρ Αλαν Πόε προβάλλονταν εναλλάξ με τον τίτλο της παράστασης στην οθόνη των κερκίδων προοιωνίζοντας το ταξίδι του Οιδίποδα – καθημερινού ανθρώπου που θα παρακολουθούσαμε: ένα όνειρο εγκιβωτισμένο σε άλλο όνειρο. Η αναζήτηση του νοήματος και της ρίζας του καθενός φέρει το βάρος της τραγωδίας και την εύθραυστη ουσία της ύπαρξης.

Η σκηνική εικονογράφηση της Εύας Μανιδάκη, η οποία υπηρέτησε τη σύλληψη του Γιάννη Χουβαρδά για τους δύο Οιδίποδες σε μια ενιαία παράσταση, βασιζόταν στη μεταμόρφωση της ορχήστρας σε ένα γκόθικ κοιμητήριο. Δίπλα στα επτά ταφικά μνημεία βρισκόταν μια παλιά μπανιέρα, ένα εκκλησιαστικό όργανο και το σπίτι – τάφος του Οιδίποδα. Ενα λάστιχο που γέμιζε μια κολυμβήθρα με νερό, τρεις λευκές φλοκάτες που χάραζαν τις διαδρομές της δράσης (αναφορά στα «λευκά χώματα» του Κολωνού), ένα κοράκι ακίνητο πάνω σε έναν τάφο – άλλη μια υπόμνηση του Πόε – και σχεδόν όλοι οι ηθοποιοί φορώντας έναν σταυρό προτεσταντικής έμπνευσης.

Το κύκνειο άσμα του Σοφοκλή, ο «Οιδίπους επί Κολωνώ», γραμμένο στα βαθιά του γεράματα, έργο που δεν πρόλαβε να δει να παρουσιάζεται, καθώς διδάχθηκε πέντε χρόνια μετά τον θάνατό του από τον εγγονό του, συνομιλούσε με το κολοσσιαίο έργο που ο ίδιος είχε στήσει χρόνια πριν: τον «Οιδίποδα Τύραννο», το τραγικό άθυρμα της θεϊκής ειρωνείας.

Τι οδήγησε τον Σοφοκλή να επιστρέψει στον ήρωά του; Ισως η ανάγκη να δοκιμάσει ξανά το ηθικό μέτρο της ανθρώπινης ύπαρξης: η δυστυχία ενός ανθρώπου προικισμένου με όλες τις χάρες, αλλά σημαδεμένου από τη μοίρα που δεν του άξιζε. Από αλήτης και πλάνης, φτάνει στον Κολωνό ικέτης, αναζητώντας την αθωότητά του, παλεύοντας να επαναπροσδιορίσει τη ζωή του και τον ίδιο του τον εαυτό. Αλλά όχι σαν ήρωας με τραγικό μεγαλείο. Ως άνθρωπος, ένας απ’ όλους, που αναρωτιέται «Γιατί σ’ εμένα;».

Ο Γ. Χουβαρδάς επέλεξε να παρουσιάσει την πορεία του ήρωα ανάποδα: η παράσταση ξεκινούσε από το τέλος του βίου. Ενας τυφλός, βαθιά γερασμένος Οιδίποδας έφτανε στον Κολωνό, τόπο ιερών μνημείων, συνοδευόμενος από τους δικούς του ανθρώπους. Από εκεί, ύστερα από αποκαλύψεις και θραύσματα μνήμης, το παρελθόν ξεδιπλωνόταν σκηνή με τη σκηνή. Οι στίχοι του Πόε λειτουργούσαν σαν σταθερό αόρατο κλειδί για την ανάγνωση της παράστασης: η πραγματικότητα είναι εύθραυστη, οι αναμνήσεις διαρκώς μεταβαλλόμενες και η ζωή, τελικά, ένα όνειρο που συντίθεται από άλλα όνειρα. Για την αγωνία για τον χρόνο και την απώλεια, για όλα όσα προσπαθούμε να συγκρατήσουμε αλλά πάντα μας ξεφεύγουν. Θα πηγαίνουμε προς τα πίσω, αλλά κοιτάζοντας μπροστά.

Η αφήγηση προφανώς θα ήταν λειψή χωρίς τις ερμηνείες των δοκιμασμένων και νεότερων ηθοποιών. Και εδώ ήταν το δεύτερο μισό που συμπλήρωνε την προσωπική «μελέτη» του σκηνοθέτη. Ο Νίκος Καραθάνος στον ρόλο του Οιδίποδα έφερε την εσωτερική ρήξη ενός ήρωα που δεν αντιλαμβάνεται το βάρος της σκιάς που κρύβει μέσα του. Η συνάντησή του με τον Κρέοντα της Καρυοφυλλιάς Καραμπέτη – στιβαρή, ουσιαστική, λαμπερή – έφερε δύο κόσμους αντικριστά: την ανθρώπινη απελπισία και την ψυχρή λογική της ανερχόμενης εξουσίας. Η Στεφανία Γουλιώτη ως Ιοκάστη, ο Νίκος Χατζόπουλος ως αρχαιοφύλακας και βοσκός, ο Ορέστης Χαλκιάς ως Αντιγόνη και Τειρεσίας, ο Κωνσταντίνος Μπιμπής ως Πολυνείκης, η Πηνελόπη Τσιλίκα ως Ισμήνη συνδιαμόρφωσαν ένα σύνολο υψηλής ποιότητας. Ο Χορός – Γιάννης Κότσιφας, Εκτορας Λυγίζος, Πολυξένη Παπακωνσταντίνου, Θεόβη Στύλλου και Αγγελος Τριανταφύλλου – αποτέλεσε τον ζωντανό καθρέφτη της συλλογικής μνήμης και κρίσης. Καθ’ όλη τη διάρκεια της παράστασης, άλλοτε σχολίαζε καυστικά, άλλοτε ενσωματωνόταν στην τελετουργία, δίνοντας βάρος και ρυθμό στην αφήγηση.

ΕΞΑΓΝΙΣΜΟΣ ΚΑΙ ΛΥΤΡΩΣΗ. Από τις πιο δυνατές στιγμές της παράστασης – σχεδόν σαν κινηματογραφικά storyboards – ήταν ο βοσκός που πλένει τα πόδια του Οιδίποδα, σαν να τον προετοιμάζει για την ύστατη μετάβαση. Οι συνεχείς βρυχηθμοί των ηθοποιών εν χορώ, σαν σκυλιά που αλυχτούν, κέντρισαν την περιέργεια στις κερκίδες. Ερχονταν πάντως σαν ένας μακρινός απόηχος της εναρκτήριας στιγμής στο «2001, η Οδύσσεια του Διαστήματος» του Κιούμπρικ, όπου από στιγμή σε στιγμή γεννιέται ο πολιτισμός και ξεχνιέται η ζωώδης φύση. Αυτή η αναφορά ενίσχυσε την αίσθηση ότι το έργο συνομιλεί με το διαχρονικό· από το αρχαϊκό στην πολιτεία, από την άγνοια στη γνώση, από το σκοτάδι στο φως. Η μουσική του Αγγελου Τριανταφύλλου έδενε το τελετουργικό με το συναίσθημα, ζωντανή, παρούσα, οδηγώντας την αφήγηση. Κάθε της ήχος ενίσχυε την αίσθηση ότι βρισκόμαστε σε έναν τόπο ιερό, όπου ο μύθος δεν είναι νεκρός αλλά ανασαίνει.

Η ματιά του Γ. Χουβαρδά στους δύο Οιδίποδες θυμίζει τον άνθρωπο που προχωρεί σε σκοτεινό μονοπάτι, γνωρίζοντας πως πρέπει να πατήσει πάνω στα αγκάθια. Στη σημείωσή του για την παράσταση αναφέρεται στους ηθοποιούς που τον στήριξαν και στα αγκάθια που τον τρύπησαν για να ξυπνήσει. Αυτό έγινε εμφανές. Η παράσταση δεν ήταν απλώς η συνένωση δύο έργων, αλλά μια πορεία μέσα από την άγνοια, την ενοχή και την τυφλότητα προς μια επώδυνη αλλά λυτρωτική γνώση. Κατάφερε να ανταποκριθεί στο αίτημά του να μας βγάλει στο φως; Η απάντηση δεν είναι εύκολη. Ο Οιδίποδας, αδυνατώντας να ακούσει τη διφορούμενη σιωπή του μαντείου, ρωτά «ποιος είμαι», χωρίς να γνωρίζει πως το ίδιο το ερώτημα κρύβει την απάντηση: ότι είναι το αντίθετο απ’ ό,τι πίστευε. Η παράσταση έδωσε σάρκα και οστά στη διαδρομή από την άγνοια στη γνώση, από το σκοτάδι στο φως με το βαρίδι της αιώνιας αγωνίας. Πώς απαντάς τελικά στο βασανιστικό ερώτημα: «Γιατί εγώ, γιατί σ’ εμένα;».

Πηγή: taNea.gr

κοινοποιήστε την ανάρτηση

Εγγραφείτε

spot_imgspot_img

Δημοφιλή

Περισσότερα σαν αυτό
Related

Ριμπάλτα: «Ιδανικός για την ομάδα μας ο Νίκολιτς»

Μία ξεχωριστή συνέντευξη στο Radio Marca έδωσε ο διευθυντής...

Κεφαλονιά: «Χρυσή» διάρρηξη σε σπίτι επιχειρηματία – Τα 150.000 ευρώ αγγίζει η λεία

Θύμα διάρρηξης έπεσε γνωστός επιχειρηματίας στην Κεφαλονιά. Στο σπίτι...