Η έναρξη του καλοκαιριού φέρνει τον πολυπόθητο χρόνο ξεκούρασης για μαθητές και εκπαιδευτικούς. Μετά από μια σχολική χρονιά γεμάτη προσπάθεια, ήρθε η ώρα για ήλιο, θάλασσα, βόλτες και ξεγνοιασιά. Ωστόσο, παρά τη χαρά που προκαλεί η καλοκαιρινή ανάπαυλα, αυτή δεν είναι απαλλαγμένη από επιπτώσεις στην οικονομία, ιδιαίτερα στις χώρες του Νότου, όπου το διάστημα των διακοπών προσεγγίζει τους τρεις μήνες.
Σε πρόσφατη ανάλυση της UniCredit, οι οικονομολόγοι της τράπεζας επισημαίνουν ότι οι υπερβολικά μακρές σχολικές διακοπές πλήττουν σοβαρά τη συσσώρευση ανθρώπινου κεφαλαίου, περιορίζουν τις ευκαιρίες απασχόλησης για τις γυναίκες και εντείνουν τις μορφωτικές ανισότητες. Όπως τονίζεται στη σχετική έρευνα, το πρόβλημα είναι εντονότερο στην Ιταλία, όπου περίπου επτά εκατομμύρια παιδιά σταματούν το σχολείο στις αρχές Ιουνίου και επιστρέφουν στα μέσα Σεπτεμβρίου. Οι 99 ημέρες διακοπών στην Ιταλία ξεπερνούν τις αντίστοιχες στην Πορτογαλία (92) και την Ελλάδα (87), ενώ στην Ισπανία ανέρχονται σε 84 ημέρες. Συγκριτικά, στη Γερμανία οι θερινές διακοπές είναι μόλις 46 ημέρες, στη Γαλλία 56 και στην Ολλανδία 42.
Το μακρύ αυτό διάλειμμα δεν αποτελεί απλώς κατάλοιπο του αγροτικού παρελθόντος, αλλά μια ανωμαλία που δεν συνάδει με τις σύγχρονες ευρωπαϊκές οικονομίες. Παρότι η ζέστη και η έλλειψη υποδομών (όπως τα κλιματιστικά στα σχολεία) εξηγούν εν μέρει αυτήν τη δομή στο Νότο, επισημαίνεται ότι η κατανομή του σχολικού χρόνου είναι, εν τέλει, πολιτική απόφαση. Η Γαλλία, για παράδειγμα, με παρόμοιο συνολικό αριθμό ημερών διακοπών με την Ιταλία, τις κατανέμει πιο ισορροπημένα μέσα στη χρονιά, περιορίζοντας τις θερινές διακοπές.
Προκύπτει απώλεια γνώσης
Η UniCredit τεκμηριώνει με έμφαση ότι οι παρατεταμένες καλοκαιρινές διακοπές προκαλούν απώλεια γνώσης – το λεγόμενο summer slide.. Έρευνες από τις ΗΠΑ δείχνουν ότι οι μαθητές μπορεί να ξεχάσουν έως και το 30% όσων έμαθαν κατά τη διάρκεια της χρονιάς, με τα μαθηματικά να πλήττονται περισσότερο από την ανάγνωση. Η Ιταλία και η Ισπανία, με τις χαμηλές επιδόσεις τους στις εξετάσεις PISA, είναι ιδιαίτερα ευάλωτες σε αυτό το φαινόμενο.
Η απώλεια αυτή δεν είναι ισομερής: οι μαθητές από οικογένειες με υψηλότερο κοινωνικοοικονομικό υπόβαθρο συμμετέχουν συχνά σε εμπλουτιστικές δραστηριότητες (θερινά σχολεία, ταξίδια, μαθήματα), ενώ οι λιγότερο προνομιούχοι στερούνται τέτοιων ευκαιριών, με αποτέλεσμα την αύξηση των ανισοτήτων. Το φαινόμενο είναι τόσο διαδεδομένο ώστε ακόμη και ο Εμμανουέλ Μακρόν είχε επισημάνει ότι “τα παιδιά χωρίς στήριξη στο σπίτι βγαίνουν χαμένα από το μακρύ καλοκαίρι”.
Το ζήτημα δεν αφορά μόνο την εκπαίδευση αλλά και την οικονομική συμμετοχή. Οι μακρές διακοπές καθιστούν δύσκολη τη συμφιλίωση επαγγελματικής και οικογενειακής ζωής, ιδίως για τις μητέρες. Σε χώρες με ανεπαρκή δημόσια μέριμνα για παιδιά, όπως η Ιταλία, οι σχολικές διακοπές σημαίνουν την απώλεια ενός δομημένου περιβάλλοντος φροντίδας. Αυτό αποτελεί τροχοπέδη για τη συμμετοχή των γυναικών στην αγορά εργασίας, υπονομεύοντας την ανάπτυξη.
Σύνδεση με οικονομία και παραγωγικότητα
Ο ΟΟΣΑ, μέσω των δεδομένων του PISA και μακροοικονομικών ερευνών, δείχνει πως η ποιότητα της εκπαίδευσης σχετίζεται άμεσα με την παραγωγικότητα και το ΑΕΠ. Βελτίωση των επιδόσεων των μαθητών κατά 25 μονάδες PISA σε ορίζοντα 20 ετών θα μπορούσε να αποφέρει ως και 115 τρισεκατομμύρια δολάρια στις οικονομίες του ΟΟΣΑ, αποκαλύπτοντας πόσο κρίσιμη είναι η επένδυση στο ανθρώπινο κεφάλαιο. Ωστόσο, οι ειδικοί τονίζουν πως δεν αρκεί απλώς να αυξηθούν οι ώρες ή οι ημέρες διδασκαλίας. Η ποιότητα της μάθησης, η επιμόρφωση των διδασκόντων και η εφαρμογή αποτελεσματικών μεθοδολογιών είναι οι πραγματικοί μοχλοί προόδου.
Το πρόβλημα των χωρών του Νότου έγκειται στον συνδυασμό μιας μακράς θερινής περιόδου και εκπαιδευτικών συστημάτων που υπολείπονται των βόρειων ευρωπαϊκών χωρών. Σύμφωνα με την ομάδα του ΟΟΣΑ, το κλειδί για ποιοτική εκπαίδευση είναι η κατάρτιση και επιλογή των δασκάλων, κάτι που δεν σχετίζεται άμεσα με το ημερολόγιο, αλλά με τη δομή των πανεπιστημιακών και επαγγελματικών κινήτρων.
Η UniCredit καταθέτει δύο προτάσεις για την Ιταλία – που μπορούν να εφαρμοστούν και σε άλλες χώρες: πρώτον, μια πιο ομοιόμορφη κατανομή των διακοπών στη διάρκεια του σχολικού έτους, με μικρότερα αλλά συχνότερα διαλείμματα. Δεύτερον, τη συρρίκνωση των καλοκαιρινών διακοπών στους δύο μήνες Ιούλιο και Αύγουστο.
Περισσότερες ημέρες φοίτησης, αν συνοδεύονται από κατάλληλα προγράμματα και παιδαγωγικές καινοτομίες, μπορούν να ενισχύσουν τις επιδόσεις και να επιφέρουν μακροχρόνιο όφελος για την οικονομία. Σε κοινωνίες όπου κυριαρχεί η δημόσια εκπαίδευση, μια τέτοια αλλαγή απαιτεί ανακατανομή των δημόσιων πόρων προς τις νεότερες γενιές. Και αυτό είναι ένα ζήτημα που αφορά πλέον και την Ισπανία, όπου η συζήτηση για τη γενεακή ισότητα στη δημόσια δαπάνη γίνεται όλο και πιο επίκαιρη. Στην Ελλάδα τι κάνουμε;