Η ανάγκη τόνωσης της οικονομίας έκανε την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα να μειώσει τα επιτόκια στο μισό το διάστημα των τελευταίων δύο χρόνων. Τώρα, με τις προσδοκίες για τον πληθωρισμό να σταθεροποιούνται κοντά στον στόχο του 2% που θέτει η ΕΚΤ και την οικονομία της ευρωζώνης να έχει αποφύγει τα χειρότερα – εάν δεν εκδηλωθεί κάποιο απρόβλεπτο αρνητικό σοκ –, έχουν ξεκινήσει συζητήσεις ακόμα και για πιθανή αύξηση στο κόστος δανεισμού.
Διεθνείς έρευνες αρχίζουν να δείχνουν πιθανή αλλαγή στάσης με μια τέτοια πιο αυστηρή νομισματική πολιτική, με μια πιθανή αύξηση να προσδιορίζεται για αργότερα μέσα στο 2026 ή ακόμη και το 2027.
Σήμα για μια τέτοια κίνηση έδωσε και το μέλος του Εκτελεστικού Συμβουλίου της ΕΚΤ, η Ισαμπέλ Σνάμπελ, η οποία ούτε λίγο ούτε πολύ εκτίμησε πως μέσα σε εύλογο χρονικό διάστημα η επόμενη κίνηση των κεντρικών τραπεζιτών της ζώνης του ενιαίου νομίσματος θα είναι αύξηση των επιτοκίων.
Αν και οι προβλέψεις αυτές φαίνεται πως απέχουν ακόμη από το να αποτελούν πλειοψηφία στο Εκτελεστικό και Διοικητικό Συμβούλιο της ΕΚΤ, το μήνυμα είχε κάνει αίσθηση στις αγορές. Μετά τη συνεδρίαση της περασμένης Πέμπτης που τα επιτόκια έμειναν αμετάβλητα οι αξιωματούχοι της ΕΚΤ αναμένουν ότι ο κύκλος των μειώσεων των επιτοκίων πιθανότατα έχει ολοκληρωθεί με βάση τις τελευταίες προοπτικές για την ανάπτυξη και τον πληθωρισμό, σύμφωνα με πηγές στους κόλπους της κεντρικής τράπεζας που επικαλείται το Bloomberg.
Η Κριστίν Λαγκάρντ δήλωσε μετά τη συνάντηση αυτή ότι στη συγκεκριμένη συνεδρίαση δεν συζητήθηκαν ούτε μειώσεις ούτε αυξήσεις. «Υπήρξε ομόφωνη συμφωνία στο τραπέζι για το γεγονός ότι όλες οι επιλογές θα πρέπει να είναι στο τραπέζι και ότι θα πρέπει να επιμείνουμε στην προσέγγιση συνάντηση ανά συνάντηση» για τον καθορισμό της νομισματικής πολιτικής, ανέφερε η ίδια.
Αλλοι ισχυροί παίκτες των αγορών από την πλευρά τους, όπως η Citi και οικονομολόγοι της ING, προέβλεπαν ότι η ΕΚΤ θα διατηρήσει τα επιτόκια στα τρέχοντα επίπεδα για δύο περίπου χρόνια.
Σήμερα το βασικό επιτόκιο αποδοχής καταθέσεων από την ΕΚΤ διαμορφώνεται σε 2%, από 4% που ήταν τον Σεπτέμβριο του 2023. Η κεντρική τράπεζα έχει προχωρήσει σε οκτώ μειώσεις του κόστους δανεισμού σε μια προσπάθεια να τονώσει την ασθμαίνουσα ανάπτυξη στην ευρωζώνη.
Παράλληλα εξακολουθεί να έχει στο μικροσκόπιο και τον πληθωρισμό, ο οποίος κινήθηκε σε ετήσια βάση στα επίπεδα του 2,2% τον Νοέμβριο, σύμφωνα με τις πιο τελευταίες εκτιμήσεις από τη Eurostat. Πρόκειται για αύξηση στον δείκτη, αφού τον Οκτώβριο η αύξηση τιμών στην ευρωζώνη είχε διαμορφωθεί σε ετήσια βάση στο 2,1%.
Η παρέμβαση Σνάμπελ
Μιλώντας στο Bloomberg το μέλος του Εκτελεστικού Συμβουλίου της ΕΚΤ, Ισαμπέλ Σνάμπελ, είχε δηλώσει πως αισθάνεται άνετα με στοιχήματα επενδυτών ότι η επόμενη κίνηση της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας στη σκακιέρα της χάραξης νομισματικής πολιτικής θα είναι αύξηση επιτοκίων.
Αν και τα κόστη δανεισμού βρίσκονται σε επίπεδα που θα ήταν επαρκή για αρκετό ακόμη χρονικό διάστημα, εάν δεν εκδηλωθεί κάποιο αρνητικό σοκ στην οικονομία, οι καταναλωτικές δαπάνες, οι επενδύσεις και η αύξηση των κρατικών δαπανών στην άμυνα θα ενισχύσουν την οικονομία της ευρωζώνης, θεωρεί η ίδια.
«Τόσο οι αγορές όσο και οι συμμετέχοντες σε έρευνες αναμένουν ότι η επόμενη κίνηση των επιτοκίων (από την ΕΚΤ) θα είναι μια αύξηση, αν και αυτό δεν θα συμβεί σύντομα». «Είμαι αρκετά άνετη με αυτές τις προσδοκίες» προσέθεσε μιλώντας από το γραφείο της στην ΕΚΤ στη Φρανκφούρτη.
Κλειδί το 2026
Οι επενδυτές έχουν αυξήσει τα στοιχήματά τους ότι τα επιτόκια στην ευρωζώνη θα μπορούσαν να αυξηθούν το επόμενο έτος, ακόμη και την ώρα που οι ΗΠΑ αναμένεται να συνεχίσουν να μειώνουν το κόστος δανεισμού, έδειχναν τα αποτελέσματα χωριστής έρευνας από τους «Financial Times».
«Η τιμολόγηση στις αγορές swap υποδηλώνει πλέον ότι η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα είναι πιο πιθανό να αυξήσει τα επιτόκια το 2026 παρά να τα μειώσει» ανέφερε η βρετανική εφημερίδα.
Αντίθετα, η Ομοσπονδιακή Τράπεζα των ΗΠΑ αναμένεται ότι θα προβεί σε τουλάχιστον δύο ακόμη μειώσεις το επόμενο έτος. Οι επενδυτές ποντάρουν επίσης ότι η Αυστραλία και ο Καναδάς θα αυξήσουν τα επιτόκια το επόμενο έτος καθώς οι οικονομίες τους ενισχύονται, ενώ η Τράπεζα της Αγγλίας αναμένεται ευρέως να φτάσει στο κατώτατο σημείο του κύκλου μειώσεων έως το επόμενο καλοκαίρι.
Αν και οι αλλαγές αυτές στη νομισματική πολιτική είναι πιθανό να φέρουν πιο κοντά τα επιτόκια των ΗΠΑ με τα επιτόκια άλλων χωρών, ειδικά της ευρωζώνης, οι αντίθετες κατευθύνσεις του κόστους δανεισμού θα μπορούσαν να συμβάλουν σε πτώση του δολαρίου, το οποίο έχει ήδη υποχωρήσει περισσότερο από 8% έναντι ενός καλαθιού άλλων νομισμάτων φέτος, σημειώνεται επίσης. Τα βασικά επιτόκια δανεισμού είναι επί του παρόντος χαμηλότερα στην ευρωζώνη και σε αρκετές άλλες μεγάλες οικονομίες από ό,τι είναι στις ΗΠΑ, εν μέρει λόγω των χαμηλότερων ρυθμών ανάπτυξης.
Ωστόσο, μπορεί να μην είναι πιθανό οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής στην ΕΚΤ και σε άλλες κεντρικές τράπεζες να τα μειώσουν περαιτέρω για να δώσουν ώθηση στην ανάπτυξη, καθώς ο εμπορικός πόλεμος του προέδρου Ντόναλντ Τραμπ έχει αποδειχθεί λιγότερο επιζήμιος για τους εμπορικούς εταίρους των ΗΠΑ από ό,τι είχε προηγουμένως θεωρηθεί, αναφέρεται.

