Ο Τζο Ίλι, ο τραγουδοποιός που συνέβαλε καθοριστικά στη διαμόρφωση ενός νέου κύματος μουσικής με επίκεντρο το Τέξας, συνδυάζοντας τη ροκ και την κάντρι από τη δεκαετία του 1980, πέθανε σε ηλικία 78 ετών.
Η αιτία θανάτου του ήταν επιπλοκές που σχετίζονταν με άνοια με σωμάτια Λούι, νόσο του Πάρκινσον και πνευμονία.
Σύμφωνα με ανακοίνωση της οικογένειάς του, ο αγαπημένος τραγουδιστής και τραγουδοποιός άφησε την τελευταία του πνοή στο σπίτι του στο Τάος του Νέου Μεξικού, έχοντας στο πλευρό του τη σύζυγό του και μάνατζέρ του, Σάρον, καθώς και την κόρη του, Μαρί.
«Ο ήρωάς μου… το πρότυπό μου… ο φίλος μου… ο Τζο Ίλι πέθανε σήμερα» έγραψε στο Twitter ο Μόντε Γουόρντεν, τραγουδιστής από το Τέξας και ιδρυτικό μέλος των Wagoneers, συγκροτήματος που ο Ίλι είχε βοηθήσει να αναδειχθεί.
«Σημαίνει για μένα τόσα πολλά όσο ο Μπάντι, ο Έλβις ή ο Ντον Έβερλι. Ένας τέτοιος καλλιτέχνης. Τεξανός. Είμαι απλά… συντετριμμένος» πρόσθεσε, σύμφωνα με το Variety.
Η μουσική κληρονομιά και οι συνεργασίες
«Ο Τζο Ίλι ερμήνευσε αμερικανική roots μουσική με το ζήλο ενός αληθινού πιστού που ήξερε ότι η μουσική μπορούσε να διαπεράσει ψυχές» δήλωσε ο Κάιλ Γιανγκ, διευθύνων σύμβουλος της Country Music Hall of Fame. Όπως τόνισε, το ιδιαίτερο μουσικό του ύφος γεννήθηκε στο Τέξας, μέσα από ένα νοτιοδυτικό μείγμα honky-tonk, rock & roll, roadhouse blues, western swing και conjunto.
Πρόσθεσε ότι «η πραγματική του διάσταση φάνηκε στη δυναμική ένταση των ζωντανών εμφανίσεών του», όπου στεκόταν ισάξια δίπλα σε καλλιτέχνες όπως ο Μπρους Σπρίνγκστιν, με τον οποίο ηχογράφησε ντουέτα, αλλά και συγκροτήματα όπως οι Rolling Stones και οι Clash, που τον είχαν προσκαλέσει να ανοίγει τις συναυλίες τους.
Ο Μπρους Σπρίνγκστιν, αποχαιρετώντας τον, δήλωσε: «Είχα την ευλογία να τραγουδάω στους δίσκους του και να βρίσκομαι στη σκηνή με τον Τζο κατά καιρούς και το μόνο που μπορώ να πω είναι: “Δόξα τω Θεώ που δεν γεννήθηκε στο Νιου Τζέρσεϊ. Θα είχα πολύ περισσότερη δουλειά μπροστά μου”».
Από τους Flatlanders στη διεθνή αναγνώριση
Αν και η μουσική του ρίζα βρισκόταν στην κάντρι, ο Ίλι αγαπήθηκε από πολλές γενιές ροκ καλλιτεχνών, οι οποίοι τον γνώρισαν μέσα από τις ζωντανές του εμφανίσεις σε γνωστά στέκια του Τέξας.
Κατά τη διάρκεια της καριέρας του συνεργάστηκε με τους Rolling Stones, τους Clash, τους Pretenders, τους Kinks, καθώς και με τους Tom Petty and the Heartbreakers, τις Στίβι Νικς και Λίντα Ρόντσταντ.
Το πιο γνωστό του άλμπουμ είναι το «Musta Notta Gotta Lotta», η τέταρτη κυκλοφορία του με την MCA Records, με την οποία είχε υπογράψει από τη δεκαετία του 1970.
Η πορεία του ξεκίνησε με το συγκρότημα Flatlanders, που σχημάτισε το 1972 μαζί με τους Τζίμι Ντέιλ Γκίλμορ και Μπουτς Χάνκοκ. Ωστόσο, το ευρύ κοινό τον γνώρισε μέσα από το ομώνυμο σόλο ντεμπούτο του το 1977.
Το 1999, ο Ίλι τιμήθηκε με Grammy στην κατηγορία Καλύτερου Μεξικανικού/Μεξικανο-Αμερικανικού Άλμπουμ για το έργο του με το supergroup Los Super Seven, επιβεβαιώνοντας τη θέση του ως μίας από τις πιο εμβληματικές μορφές της αμερικανικής μουσικής σκηνής.

