Υπάρχουν μορφές στο ποδόσφαιρο που μοιάζουν να μην ανήκουν μόνο στον κόσμο των γηπέδων και άνθρωποι που το όνομά τους ξεπερνά συστήματα, εποχές και σύνορα.
Ο Έμεριχ Γενέι, που έφυγε πρόσφατα από τη ζωή σε ηλικία 88 ετών, ήταν ακριβώς αυτός ο τύπος ανθρώπου: ένας ήρεμος εργάτης του ποδοσφαίρου, ένας σταθερός θεμέλιος λίθος σε μια εποχή που άλλαζε διαρκώς, ένας αληθινός «τζέντλεμαν» των πάγκων.
Όπως συμβαίνει με τους αληθινά μεγάλους, η δεύτερη ζωή του – εκείνη του προπονητή – έμελλε να γίνει και η σπουδαιότερη.
Έξι φορές πρωταθλητής Ρουμανίας, δύο Κύπελλα, το ευρωπαϊκό θαύμα της 7ης Μαΐου 1986 στη Σεβίλλη, η κορυφαία νύχτα του ρουμανικού ποδοσφαίρου. Η Στεάουα του Γενέι νίκησε την Μπαρτσελόνα, σηκώνοντας το Κύπελλο Πρωταθλητριών και χάρισε στη χώρα μια αθάνατη στιγμή.
Από τις αρχές της δεκαετίας του ’70 μέχρι τα τέλη του ’90, ο Γενέι επανήλθε έξι φορές στον πάγκο της Στεάουα. Σαν να ήταν προορισμένος να αποτελεί αιώνιο κομμάτι τούτης της ομάδας. Και παράλληλα, υπηρέτησε ως προπονητής δύο φορές την Εθνική Ρουμανίας: πρώτα οδηγώντας την στο Μουντιάλ του 1990 και αργότερα στο αξέχαστο Euro 2000.
Είδαμε και στα μέρη μας τον Γενέι. Στον Πανιώνιο. Ίδια τα χρώματα με την αγαπημένη του Στεάουα, όμως η συνταγή της επιτυχίας είχε μείνει στο Βουκουρέστι.
«Είναι δύσκολο να βρω λόγια που θα μπορέσουν να περιγράψουν το μέγεθος του Εμεριχ Γενέι. Ηταν σπουδαίος και ως άνθρωπος και ως προπονητής. Ξεπέρασε τα όρια της Ρουμανίας και άφησε το αποτύπωμά του στο διεθνές ποδόσφαιρο. Τόσο μεγάλος ήταν!
Εκτός των συνόρων της Ρουμανίας, τον έμαθαν κυρίως ως προπονητή. Αλλά πριν από αυτό, υπήρξε ένας εξαιρετικός ποδοσφαιριστής, ένας πρωταθλητής με τη Στεάουα, ένας παίκτης που με τη στάση του έδειχνε τι σημαίνει πειθαρχία, εργατικότητα και σεμνότητα.
Στην προπονητική του πορεία, οι τίτλοι και οι επιτυχίες όλα αυτά τα χρόνια, μιλούν από μόνοι τους. Δεν χρειάζεται να τους απαριθμήσω, γνωρίζουν όλοι τι έκανε ο Εμεριχ Γενέι στην καριέρα του. Χρειάζεται όμως να πω κάτι που πιστεύω βαθιά: μετά τον σπουδαίο Στέφαν Κόβατς, ο Εμεριχ Γενέι είναι ο σπουδαιότερος προπονητής στην ιστορία του ρουμανικού ποδοσφαίρου. Και αυτό δεν το λέω επειδή ήμασταν φίλοι. Το λέω γιατί το απέδειξε μέσα στο γήπεδο με τις επιτυχίες και την εργατικότητα του, στην καθημερινότητα, στις προπονήσεις, στην πορεία του δίπλα στους παίκτες του και στην επίδραση που άφησε πίσω του στο ρουμανικό ποδόσφαιρο.
Ήμουν εκεί, μέσα σε εκείνη την ομάδα που πήρε τον πρώτο ευρωπαϊκό τίτλο ρουμανικής ομάδας στη Σεβίλλη. Μαζί του κατακτήσαμε το Κύπελλο Πρωταθλητριών. Εκείνος μας οδήγησε, εκείνος έδωσε την αυτοπεποίθηση, την ηρεμία και την πίστη ότι μπορούμε να πετύχουμε κάτι που έμοιαζε ακατόρθωτο. Χωρίς τον Γενέι, εκείνο το τρόπαιο δεν θα είχε έρθει. Ολοι μας το ξέρουμε.
Με τον θάνατό του χάνουμε ένα μεγάλο όνομα, αλλά για μένα προσωπικά είναι πολλά περισσότερα από αυτό. Χάνουμε έναν σπουδαίο χαρακτήρα, έναν τζέντλεμαν των γηπέδων. Εναν άνθρωπο που έβαζε την αξιοπρέπεια πάνω απ’ όλα. Οι παίκτες του τον αγαπούσαν πραγματικά. Δεν είναι υπερβολή. Τον λάτρευαν σε σημείο που του έλεγαν: “Ο,τι κι αν γίνει, θα παίξουμε μόνο για σένα”. Ετσι ένιωθαν. Ετσι νιώθαμε όλοι. Και ξέρετε γιατί; Γιατί ήταν ευγενικός, ανθρώπινος, πάντα δίπλα σε κάθε ποδοσφαιριστή. Τον ενδιέφερε τι συμβαίνει στον καθένα μας, τόσο μέσα όσο και έξω από το γήπεδο. Αυτή η στάση του δημιούργησε δεσμούς που κράτησαν για μια ζωή.
Είχα την τεράστια τύχη να συνεργαστώ μαζί του σε δύο ρόλους. Πρώτα ως συμπαίκτης στη Στεάουα. Ημουν μόλις 17 ετών όταν ο Κόβατς με έβαλε για πρώτη φορά στην πρώτη ομάδα και βρέθηκα να παίζω δίπλα στον Γενέι. Ηταν τιμή και ταυτόχρονα σχολείο. Παίξαμε μαζί για έναν χρόνο, και αργότερα είχα τη χαρά και την τιμή να τον έχω προπονητή. Από τη θέση αυτή μου έδωσε ακόμη περισσότερα: συμβουλές, σιγουριά, καθοδήγηση, αίσθηση προσανατολισμού. Με βοήθησε σε στιγμές που είχα ανάγκη, περισσότερο κι από συμπαίκτης ή προπονητής. Σαν δάσκαλος.
Γι’ αυτό τώρα νιώθω πως έχασα έναν από τους καλύτερους φίλους μου. Εναν άνθρωπο που υπήρξε πραγματική πηγή έμπνευσης. Μου έμαθε πολλά, πάρα πολλά. Πράγματα που δεν έχουν να κάνουν μόνο με το ποδόσφαιρο, αλλά με τη ζωή, με το πώς πρέπει να φέρεσαι, πώς να στέκεσαι, πώς να αντιμετωπίζεις τον κόσμο γύρω σου. Αυτή η κληρονομιά θα με συνοδεύει πάντα. Και είμαι σίγουρος ότι το ίδιο συμβαίνει και με όσους είχαν την τύχη να τον γνωρίσουν».
* Ο Ανχελ Ιορντανέσκου είναι προπονητής ποδοσφαίρου.

