Η μετανάστευση προς τις χώρες του ΟΟΣΑ παρουσίασε πτώση το 2024, σύμφωνα με την ετήσια έκθεση Διεθνείς Μεταναστευτικές Προοπτικές 2025, αν και τα επίπεδα παραμένουν ιστορικά υψηλά. Οι μόνιμες αφίξεις μειώθηκαν κατά 4%, φτάνοντας τα 6,2 εκατομμύρια, αριθμό που εξακολουθεί να είναι 15% υψηλότερος σε σχέση με το 2019.
Η μείωση καταγράφηκε κυρίως στη Νέα Ζηλανδία (-56%), στο Ηνωμένο Βασίλειο (-41%) και σε χώρες όπως η Γερμανία, η Φινλανδία, η Ουγγαρία, η Ιταλία, η Νορβηγία και η Σουηδία (άνω του -10%). Αντίθετα, στις Ηνωμένες Πολιτείες η μετανάστευση αυξήθηκε κατά 20%, λόγω ανθρωπιστικών ροών, ενώ μικρότερες αυξήσεις σημειώθηκαν σε Τσεχία, Ιρλανδία, Χιλή, Κολομβία και Ιαπωνία.
Η επανένωση οικογενειών παρέμεινε ο κύριος λόγος μετανάστευσης, ενώ η εργασιακή μετανάστευση περιορίστηκε. Όπως δήλωσε ο γενικός γραμματέας του ΟΟΣΑ Mathias Cormann κατά την παρουσίαση της έκθεσης στις Βρυξέλλες, «οι μεταναστευτικές ροές βοηθούν στην αντιμετώπιση των ελλείψεων εργατικού δυναμικού και ενισχύουν την ανθεκτικότητα των οικονομιών, όμως χρειάζονται στοχευμένες πολιτικές για τη διαχείριση των πιέσεων στις δημόσιες υπηρεσίες και την επιτυχημένη ένταξη των νεοαφιχθέντων».
Ο Cormann υπογράμμισε επίσης την ανάγκη για ταχύτερη αναγνώριση ξένων επαγγελματικών προσόντων και για πολιτικές που θα ενισχύουν την εκμάθηση γλωσσών και τη σύνδεση με την αγορά εργασίας, ώστε να περιοριστούν οι μισθολογικές ανισότητες μεταξύ μεταναστών και γηγενών.
Οι πολιτογραφήσεις μέσω «φυσικοποίησης» έφτασαν τα 3 εκατομμύρια το 2024, καταγράφοντας επίπεδο-ρεκόρ για τον ΟΟΣΑ. Η Γερμανία χορήγησε υπηκοότητα σε 290.000 αλλοδαπούς και το Ηνωμένο Βασίλειο σε 270.000, αριθμοί που συνιστούν ιστορικό υψηλό και για τις δύο χώρες.
Παράλληλα, οι αιτήσεις ασύλου αυξήθηκαν κατά 13% σε σχέση με το 2023, αγγίζοντας τις 3,1 εκατομμύρια — το υψηλότερο επίπεδο που έχει καταγραφεί ποτέ. Οι κυριότερες χώρες προέλευσης ήταν η Βενεζουέλα, η Κολομβία και η Συρία, ενώ ακόμη και όπου παρατηρήθηκε μείωση, οι αριθμοί παρέμειναν υψηλοί.
Η απασχόληση και το εισοδηματικό χάσμα
Το ποσοστό απασχόλησης των μεταναστών ενηλίκων στις χώρες του ΟΟΣΑ ανήλθε σε 70,9%, ελαφρώς χαμηλότερα από το 72,1% των ντόπιων. Θετική εξέλιξη αποτελεί η αύξηση της απασχόλησης των γυναικών μεταναστριών, που έφτασε το 63,5%, με άνοδο στις δύο τρίτες χώρες του Οργανισμού.
Σύμφωνα με νέα ανάλυση του ΟΟΣΑ, οι μετανάστες κερδίζουν κατά μέσο όρο 34% λιγότερα από τους γηγενείς τον πρώτο χρόνο απασχόλησής τους, διαφορά που μειώνεται στο 21% μετά από πέντε χρόνια. Αν και ορισμένοι μετακινούνται σε καλύτερα αμειβόμενες επιχειρήσεις, η μεγαλύτερη πρόοδος σημειώνεται εντός των ίδιων εταιρειών, γεγονός που δείχνει ότι η σταθερότητα και η επαγγελματική εξέλιξη παίζουν καθοριστικό ρόλο.
Μετανάστες στην υγεία
Η έκθεση αναδεικνύει τον κρίσιμο ρόλο των μεταναστών στον τομέα της υγείας. Το διάστημα 2020–2021, 830.000 γιατροί και 1,75 εκατομμύρια νοσηλευτές γεννημένοι στο εξωτερικό εργάζονταν σε 30 χώρες του ΟΟΣΑ, αντιπροσωπεύοντας το 22% και το 17% του συνόλου αντίστοιχα.
Ο ΟΟΣΑ ζητά την απλούστευση των διαδικασιών αναγνώρισης επαγγελματικών προσόντων, που παραμένουν περίπλοκες και χρονοβόρες, ώστε να ενισχυθεί η κάλυψη των κενών στο υγειονομικό προσωπικό.
Παρά τη μείωση του 2024, η συνολική εικόνα καταδεικνύει ότι η παγκόσμια κινητικότητα παραμένει σε ιστορικά υψηλά επίπεδα. Η τάση αυτή αντανακλά την ανάγκη των οικονομιών του ΟΟΣΑ να εξισορροπήσουν τις δημογραφικές πιέσεις, την έλλειψη ειδικευμένου εργατικού δυναμικού και την κοινωνική ένταξη σε ένα ολοένα πιο ρευστό διεθνές περιβάλλον.

