Πώς μπορεί η μουσική να μεταφερθεί σε άλλη μορφή, δίχως να χάσει το βαθύτερό της αποτύπωμα; Αυτό το ερώτημα λειτούργησε ως οδηγός σε μία από τις συναντήσεις του Μίκη Θεοδωράκη με τον Στέφανο Κορκολή, ακούγοντας και συζητώντας τη Μπαλάντα του Μαουτχάουζεν, σε ποίηση Ιάκωβου Καμπανέλλη, μέσα από διάφορες ενορχηστρώσεις.
Είχε προηγηθεί η μεταγραφή του «Επιταφίου» για πιάνο και φωνή, και σε αυτή την ακρόαση αντιμετώπισαν το ίδιο ερώτημα: πώς να μεταφέρεις την μεγαλοπρέπεια και τη συγκίνηση ενός συμφωνικού έργου στην πιο λιτή, γυμνή μορφή, χωρίς να χαθεί ούτε μία νότα του συνθέτη. Ο σπουδαίος Μίκης έδειξε το πιάνο του και είπε: «Ιδού η ορχήστρα σου».
Με αυτή τη φράση άρχισαν τη μεταγραφή της «Μπαλάντας του Μαουτχάουζεν» για πιάνο και φωνή. Αυτή την εκδοχή θα παρουσιάσει ο σημαντικός σολίστας και συνθέτης στη σκηνή του Μεγάρου όπως γεννήθηκε: με σεβασμό, αγάπη και τη ζωντανή παρουσία του Μίκη μέσα σε κάθε νότα.
Την περιπλάνηση στο μαγικό σύμπαν του ανυπέρβλητου δημιουργού, με την φωνή της Σοφίας Μανουσάκη συμπληρώνεται από επιλογή λυρικών τραγουδιών του Θεοδωράκη φέρνοντας στο προσκήνιο την εσωτερικότητα και τη δύναμη της μουσικής του με τρόπο άμεσο και συγκινητικό.
Όπως λέει ο Κορκολής, «κάθε φορά είναι σαν μια νέα μύηση νιώθω ότι συνομιλώ με έναν ζωντανό οργανισμό, με την ίδια την Ιστορία, αλλά και με τον ίδιο τον Μίκη».
Ποια είναι η μεγαλύτερη πρόκληση στο να αποδώσετε τη μουσική του Θεοδωράκη με λιτά μέσα, όπως ένα πιάνο και μία φωνή;
«Η μεγαλύτερη πρόκληση είναι να αποκαλύψουμε τον πυρήνα της μουσικής χωρίς τα συμφωνικά «στολίδια» που συχνά συνοδεύουν τα έργα του. Ο Μίκης Θεοδωράκης έγραφε με μεγαλοπρέπεια, με ορχήστρες, χορωδίες, λαϊκά σύνολα. Όταν όμως μένεις μόνο με ένα πιάνο και μία φωνή, δεν έχεις τίποτα να «κρύψει» την ουσία. Κάθε νότα, κάθε στίχος, πρέπει να ειπωθεί με απόλυτη αλήθεια και ευθύνη. Αυτή η γυμνότητα είναι συγκλονιστική, αλλά απαιτεί τεράστιο σεβασμό και εσωτερική ένταση».
Πώς διατηρείτε την ουσία και τη συγκίνηση του έργου του Μίκη Θεοδωράκη μέσα από τις δικές σας μεταγραφές;
«Δεν πρόκειται για «μεταγραφή» με την έννοια της αλλαγής. Είναι περισσότερο μια πράξη εσωτερικής εμβάθυνσης. Προσεγγίζω το έργο του με σεβασμό, σχεδόν σαν να ερμηνεύω μια ιερή παρτιτούρα. Προσπαθώ να φωτίσω τις μελωδίες και τις αρμονίες του με τρόπο που αναδεικνύει τη δύναμή τους, όχι να τις αλλάξω. Με τη φωνή της Σοφίας και το πιάνο ως μοναδικό όχημα, η συγκίνηση αναδύεται μέσα από τη λιτότητα γίνεται άμεση, αδιαμεσολάβητη».
Τι προσφέρει κατά τη γνώμη σας η λιτότητα σε ένα τόσο φορτισμένα έργα όπως ο «Επιτάφιος» και η «Μπαλάντα του Μαουτχάουζεν»;
«Η λιτότητα φέρνει τον ακροατή σε άμεση επαφή με την ουσία. Χωρίς τον όγκο της ορχήστρας, η μουσική και ο λόγος αποκτούν σχεδόν εξομολογητικό χαρακτήρα. Στον «Επιτάφιο », η λύπη και η τρυφερότητα γίνονται πιο προσωπικές. Στη “Μπαλάντα του Μαουτχάουζεν », ο πόνος και η μνήμη αποκτούν μια καθαρότητα που σε διαπερνά. Είναι σαν να ψιθυρίζεις σε μια σιωπηλή αίθουσα κάθε φράση αποκτά βαρύτητα».
Ποιο έργο του θεωρείτε το πιο συγκινητικό ή «δύσκολο» να αποδώσετε και γιατί;
Η «Μπαλάντα του Μαουτχάουζεν» είναι ίσως το πιο απαιτητικό συναισθηματικά. Δεν είναι μόνο η μουσική της σπουδαιότητα, αλλά και το ιστορικό και ανθρώπινο βάρος που κουβαλά. Κάθε φορά που την παίζουμε, αισθάνομαι ότι δεν ερμηνεύουμε απλώς ένα έργο, αλλά ότι μεταφέρουμε μαρτυρίες. Αυτό απαιτεί τεράστια ψυχική δύναμη και ταπεινότητα.
Ο Θεοδωράκης εμπιστεύτηκε τη Σοφία ακόμη και σε ανέκδοτα έργα του. Πώς αναδεικνύεται η δυναμική της μουσικής σας συνεργασίας επί σκηνής;
«Η συνεργασία μας με τη Σοφία βασίζεται στην απόλυτη καλλιτεχνική εμπιστοσύνη και στην κοινή μας αγάπη για το έργο του Μίκη. Υπάρχει ένας άρρητος κώδικας μεταξύ μας γνωρίζουμε πότε να αφήσουμε χώρο, πότε να αναπνεύσουμε μαζί, πότε να αφήσουμε τη μουσική να «μιλήσει» μόνη της. Ο Μίκης είχε διακρίνει αυτή τη χημεία από την αρχή και μας τίμησε βαθιά με την εμπιστοσύνη του. Στη σκηνή δεν «ερμηνεύουμε» απλώς, ζούμε τη μουσική μαζί με το κοινό».
Τι αποκομίζετε εσείς ως καλλιτέχνης κάθε φορά που παίζετε τη μουσική του;
«Κάθε φορά είναι σαν μια νέα μύηση. Το έργο του Θεοδωράκη είναι ανεξάντλητο πάντα ανακαλύπτω κάτι καινούριο, μια λεπτομέρεια, μια ανάσα, μια σιωπή. Νιώθω ότι συνομιλώ με έναν ζωντανό οργανισμό, με την ίδια την Ιστορία, αλλά και με τον ίδιο τον Μίκη. Μου υπενθυμίζει τι σημαίνει να υπηρετείς την Τέχνη με αλήθεια και όραμα».
Αν μπορούσατε να περιγράψετε με μία λέξη τι σημαίνει για εσάς ο Μίκης Θεοδωράκης, ποια θα ήταν αυτή;
«Αιωνιότητα. Γιατί το έργο του ξεπερνά τον χρόνο, τις γενιές και τα σύνορα. Είναι μια φωνή που θα συνεχίσει να αντηχεί όσο υπάρχουν άνθρωποι».