Σε δύο πυλώνες επιχειρεί ο Κυριάκος Μητσοτάκης να οικοδομήσει από τώρα το προεκλογικό αφήγημα της κυβέρνησης, διότι σε αυτούς το Μέγαρο Μαξίμου διακρίνει τα κλειδιά της προσπάθειάς του να συσπειρώσει ψηφοφόρους: διαρκής επιμονή στη «σταθερότητα» (και πολιτική και δημοσιονομική), επένδυση στη «σύγκριση» (και με τους πολιτικούς αρχηγούς και με τα κόμματα στα δεξιά και στα αριστερά του).
Η πολιτική επιλογή του Πρωθυπουργού αποκαλύπτεται κλιμακωτά τον τελευταίο μήνα μέσα από διαδοχικές αποστροφές του: από τις φράσεις «οι πολίτες βλέπουν, κρίνουν, συγκρίνουν και θυμούνται» και «ξέρετε καλά το κόστος της αβεβαιότητας και το ρίσκο των λάθος επιλογών» μέχρι τις πιο πρόσφατες τοποθετήσεις του αρχικά το Σάββατο σε πολίτες στα Μελίσσια όταν προέταξε τη λέξη «προσπαθούμε» («Προσπαθούμε συνέχεια, κάθε μέρα, να κάνουμε τις ζωές των ελλήνων πολιτών καλύτερες. Σε δύσκολες συνθήκες, είναι υποχρέωσή μας να κρατάμε το σκαρί της πατρίδας μας σταθερό και ασφαλές») και έσπευσε να χρεώσει ανευθυνότητα και τοξικότητα αποκλειστικά στους πολιτικούς αντιπάλους του. Το ίδιο έκανε με την κυριακάτικη, διαδικτυακή ανασκόπηση έργου μιλώντας για fake news της αντιπολίτευσης (για τη 13ωρη εργασία π.χ.), ενώ ακόμα και η επιστροφή των «νοικοκυραίων» στα κυβερνητικά χείλη με αφορμή την παρέμβαση για τον Άγνωστο Στρατιώτη, που ψηφίζεται αύριο, Τρίτη, πιθανότατα με τον ίδιο τον Μητσοτάκη να υπεραμύνεται της πρωτοβουλίας στη Βουλή, επιβεβαιώνει την προσπάθεια να ενισχυθεί το ευρύτερο διακύβευμα με το οποίο το Μαξίμου θέλει να φτάσει ως τις κάλπες: «κανονικότητα» εναντίον αστάθειας.
Στόχος η δεξαμενή του 40%
Είναι σαφές ότι η τριπλή τακτική της κυβερνητικής έδρας, πρώτον, να επαναφέρει εμφατικά την ατζέντα τάξης και ασφάλειας, δεύτερον να ανεβάζει ντεσιμπέλ ως προς τα θέματα της εξωτερικής πολιτικής (χαρακτηριστική η φράση του Μητσοτάκη από το βήμα της Βουλής, «φροντίζω αυτή η χώρα να μην είναι πια το ρεντίκολο της Ευρώπης, όπως ήταν επί κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ») και τρίτον να εστιάζει στην καθημερινότητα («Στο μέτρο των δυνατοτήτων μας είμαστε εδώ για να σας στηρίξουμε» είπε από τα βόρεια της Αττικής για το μέγα πρόβλημα της ακρίβειας) έχουν ως κοινή στόχευση τη δεξαμενή του 40%. Δηλαδή, εκείνη που στήριξε τη ΝΔ το 2023 αλλά παραμένει σήμερα πολυδιασπασμένη, συνεπώς το Μαξίμου εναγωνίως αναζητεί ξανά αυτά τα ακροατήρια. Εξού και από τη μία έχει ανάγκη να μπλοκάρει τη διαρκή πλαγιοκόπηση του συντηρητικού ακροατηρίου από τα κόμματα στα δεξιότερα της ΝΔ καθώς και να αντιμετωπίσει την αποστασιοποίηση προς την γκρίζα ζώνη δυσαρεστημένων ψηφοφόρων, από την άλλη χρειάζεται να διευρύνει την εκλογική επιρροή της στο κεντρώο ακροατήριο. Με το πρωθυπουργικό σκεπτικό, αυτές οι διαφορετικές δεξαμενές μπορούν να ενωθούν γύρω από ένα κοινό χαρακτηριστικό, εκείνο της αποστροφής τους για οποιαδήποτε αναταραχή (στην καθημερινότητά τους, στον δημόσιο χώρο, στην οικονομία, στη γειτονιά τους κ.ο.κ).
Τα δημοσκοπικά ευρήματα
Σε μια παρατεταμένη περίοδο που καταγράφεται κρίση πολιτικής συμμετοχής και αντιπροσώπευσης με την κυβέρνηση αντιμέτωπη με εστίες δυσαρέσκειας και αμφισβήτησης, αλλά ταυτόχρονα με την αντιπολίτευση να διαπιστώνει έλλειψη εμπιστοσύνης από την κοινωνία, το Μαξίμου επιλέγει προφανώς να στέκεται μόνο στο δεύτερο, περιγράφοντας τους αντιπάλους του ως παράγοντες αποσταθεροποίησης. Τις κινήσεις της κυβέρνησης – συμπεριλαμβανομένης της διάθεσης για πόλωση, που αποτελεί συχνό αντίδοτο στο πρόβλημα της αποσυσπείρωσης – διαπερνούν τα ευρήματα κυλιόμενων μετρήσεων: το 48,9% ζητεί έργο και αποτέλεσμα και το 47,2% αλλαγή πολιτικής ηθικής, ενώ μεταξύ των αναποφάσιστων το 24,9% ζητεί βελτίωση στη ζωή του (MRB/Open), στο ερώτημα αυτοδύναμη κυβέρνηση ή συνεργασίες καταγράφεται διχασμός αλλά με το 49,8% να επιθυμεί αυτοδύναμη κυβέρνηση «ακόμα κι αν χρειαστεί να γίνουν επαναλαμβανόμενες εκλογές» (GPO/Παραπολιτικά 90,1) κ.λπ.