19.1 C
Thessaloniki

Για ούζο, ντελικατέσεν και… μυστήρια

Ημερομηνία:

«Πάμε στου Απότσου;». Για χρόνια οι Αθηναίοι έκαναν την προσφιλή ερώτηση. Πιο μετά, οι πιο νέοι και φερέλπιδες του πολιτικού ή νομικού κόσμου μεταποίησαν την ερώτηση σε «Πάμε για μια Αποτσιά;». Πάμε πάλι: «Κύριε Βασιλείου, προλάβατε τον Απότσο;», ρώτησα ένα μεσημέρι τον νομικό και μεταφραστή Θανάση Βασιλείου. «Με τον Παπαμιχαήλ απέναντί μου… Μουσείο διαφημίσεων, πινάκων, φωτογραφιών του Χεζοπόταμου και μνήμη γεύσεων κι οχλοβοής των μεθυσμένων…», μου είπε μεταφέροντάς με στη στοά της Πανεπιστημίου 10 εκεί που σήμερα είναι το εστιατόριο κρεάτων Τηλέμαχος (και αυτή ιστορική μπράντα). Εδώ, στον Απότσο, πήγαιναν οι πάντες. «Προχώ» φοιτηταριάτο, δικηγόροι, χρηματιστές. Το περίφημο ουζερί ξεκίνησε από τον ιδρυτή του εκ Χίου και το συνέχισαν τα παιδιά του. Η ιδέα ήταν απλή αλλά μαγική: ντελικατέσεν και ούζο. Μια φοβερή κατάσταση διαμορφωνόταν μέσα, τα μεσημέρια που είχαν κάτι από κοινοτική τελετουργία. Παλιές διαφημίσεις – αφίσες του 19ου και 20ού αιώνα που αποτύπωναν όλη τη βιομηχανική εξέλιξη αλλά και την παραγωγική γραμμή της χώρας μας. Η δε ανθρωπογεωγραφία του, μυστήρια. Κι αυτό αφού πλάι στους νέους δυναμικούς πανεπιστημιακούς και άλλους, αν θέλετε πολιτική γεωγραφία, από εδώ πέρναγαν τα νέα ταλέντα του ΠΑΣΟΚ και όχι μόνον, είχε προστεθεί όλη η παλιά πελατεία του Γεροφοίνικα του Κολωνακίου (ήταν στην οδό Πινδάρου). Εξού και η αναφορά του Βασιλείου πιο πάνω στον ηθοποιό Δημήτρη Παπαμιχαήλ που ανήκε στο εν λόγω κοινό

Ο Απότσος λειτουργούσε από το πρωί, γνώριζε δόξες το μεσημέρι, ενώ οι άνθρωποι που τον πρόλαβαν λένε για το πολύ ωραίο φως που εισχωρούσε από τους φεγγίτες. Σουτζούκι, κεφτές (αρχικά και για χρόνια σε γκαζιέρα), μια καλή μυρωδιά που σου έφτιαχνε τη διάθεση. Να μερικά από τα υλικά του στεκιού και ο κάθε πελάτης θυμάται ποιος τον πρωτοπήγε εκεί, σαν να θυμάται για την ακρίβεια ποιος τον μύησε σε μια παράξενη θρησκευτική ομάδα με πίστη στη συζήτηση και την ευωχία. «Με πήγαν δικηγόροι συνάδελφοι. Ολα ήταν αλλιώς στην Αθήνα και στο κέντρο τότε, υπήρχε ταυτότητα και κοινότητα», λέει ο Θανάσης Βασιλείου που θυμάται αρκετά μεσημέρια και τον αξέχαστο Πάνο Γεραμάνη σαν ενσώματο installation μιας Αθήνας της παρέας και της ζύμωσης. Βέβαια, του Απότσου της Πανεπιστημίου 10 (εδώ ήλθε το 1971) προηγήθηκε ο Απότσος που ήταν μπακάλικο, Β. Απότσος – Εδώδιμα Αποικιακά, στη Σταδίου 5, όπως υπογραμμίζει με νόημα ο Γιάννης Αλαμπάνος, ιδιοκτήτης του μπαρ Galaxy και γνώστης όλων των αλλαγών και των ηθών του κέντρου της Αθήνας από τα μέσα του ’60 ήδη. Τα προϊόντα του συχνά επιλέγονταν από τους βασιλείς, όταν η χώρα είχε μοναρχία. Και η δημοκρατία του κεφτέ του, διάσημου και αξέχαστου για όσους/-ες τον γεύτηκαν, δεν είχε αποκλεισμούς. Μονάρχες και φοιτητές έτρωγαν τον ίδιο και το ντελικατέσεν του Απότσου γρήγορα έγινε ουζερί – μπαρ και εν τέλει στέκι. Πρώτα από τον πατέρα Βασίλη, μετά από τον γιο Νίκο. Και όπως γράφει η Εμμανουέλα Νικολαΐδου που έχει επιμεληθεί έναν έξοχο τόμο για τον Απότσο, «Μεσημέρι στου Απότσου», από εδώ πέρναγαν μεταπολεμικά και τακτικά ο Ωνάσης και ο Νιάρχος. Κανείς δεν ξέρει αν οι μεγιστάνες τρακαρίστηκαν με τον κορυφαίο κοινοβουλευτικό αριστερό Ηλία Ηλιού, θαμώνα επίσης, ή με τον συγγραφέα Αντώνη Σαμαράκη.

Ο Απότσος έφτασε να γίνει δημοσίευμα στον ξένο Τύπο, ενώ από εδώ πέρασε η Τζάκι Ωνάση. Μεταπολιτευτικά πάντως το στέκι μορφοποιήθηκε ακόμη περισσότερο ως εντευκτήριο όλων των νέων πολιτικών και καλλιτεχνικών τάσεων αλλά και των δυναμικών επαγγελμάτων της Αθήνας, εξού και η άφιξη των χρηματιστών της δεκαετίας του ’90. Και μετά ήλθε το 1997. Μια αύξηση ενοικίου ήταν αρκετή για να διακόψει το ιστορικό νήμα του. Η Αθήνα και η πολιτεία της δεν έχουν κουλτούρα διάσωσης ιστορικών μαγαζιών. Θα το λέγαμε με πολλά παραδείγματα, θα το λέγαμε και για τον Απότσο. Για να είμαστε ακόμη πιο ακριβείς πάλι, θα λέγαμε το αυτονόητο ή και στερεοτυπικό: τα στέκια τα κάνουν οι άνθρωποι σε συγκερασμό με τους δημιουργούς των στεκιών. Θα προσθέταμε πως αυτά αποτελούν προέκταση ενός χώρου και χρόνου των ανθρώπων αυτών. Τότε που υπήρχε ο Απότσος, ο πολύς κόσμος ήταν στο κέντρο, είχε εργασιακό διάλειμμα και δεν είχε και Ιντερνετ. Είτε πήγαινε στο παλιό μπακάλικο του Απότσου στη Σταδίου (5), είτε στο επόμενο που λειτούργησε βραχυβίως στη Βουκουρεστίου (από το 1969 έως το 1971), είτε στο πιο γνωστό της Πανεπιστημίου (10), η επιθυμία ήταν μία: η συνάντηση των φίλων. Λέξη προς διερεύνηση σήμερα πια.

Πηγή: taNea.gr

κοινοποιήστε την ανάρτηση

Εγγραφείτε

spot_imgspot_img

Δημοφιλή

Περισσότερα σαν αυτό
Related

Πολιτική αντιπαράθεση για την τροπολογία για τον Άγνωστο Στρατιώτη και τον Αλέξη Τσίπρα

Το μνημείο του Άγνωστου Στρατιώτη βρίσκεται στο επίκεντρο της...

Live streaming: Δείτε τον αγώνα Προμηθέας Πάτρας-ΠΑΟΚ για την Basket League (19:30, ΕΡΤ2 ΣΠΟΡ)

Δείτε σε απ΄ ευθείας μετάδοση απόψε στις 19:30 τον...

Με «άδεια χέρια» έφυγε από τον Λευκό Οίκο ο Ζελένσκι – Ο Τραμπ δεν επιθυμεί κλιμάκωση με τη Ρωσία πριν από τη συνάντηση με...

Φρένο στην παραχώρηση των πολυπόθητων για την Ουκρανία πυραύλων μεγάλου...

Σήφης Πολυζωίδης: «Την “άκουσα” με τη δημοσιότητα, μέχρι που έφαγα και γιαούρτι σε κλαμπ 2000 ατόμων»

Για την διαχείριση στη μεγάλη αναγνωρισιμότητα, που έλαβε όταν...