Ο Κρις Ουίλι, σύμβουλος ανάλυσης δεδομένων, ήταν ο άνθρωπος που διέρρευσε τα στοιχεία για το σκάνδαλο διαρροής προσωπικών δεδομένων από εκατομμύρια χρήστες του Facebook στην εταιρεία Cambridge Analytica, η οποία τα χρησιμοποίησε για να βοηθήσει το 2016 την προεκλογική εκστρατεία του Ντόναλντ Τραμπ. Το σκάνδαλο πυροδότησε πολλαπλές έρευνες και έθεσε ευρύτερες ανησυχίες σχετικά με την ιδιωτικότητα, την ανεξέλεγκτη δύναμη των μεγάλων τεχνολογικών εταιρειών και την ευαλωτότητα της δημοκρατίας στην παραπληροφόρηση.
Στα τέλη Ιουνίου ο Ουίλι παρευρέθηκε σε ένα πάρτι στο Ντουμπάι που διοργάνωσαν δισεκατομμυριούχοι της τεχνολογίας, μια συγκέντρωση που έμοιαζε, όπως λέει στην «El Pais», με ένα νέο κέντρο εξουσίας: «Οι άνθρωποι μιλούσαν για μακροζωία, πώς να ζήσουν για πάντα. Αλλά κυρίως για το πώς θα προετοιμαστούν για να επιβιώσουν από την κατάρρευση της κοινωνίας». Kάπως έτσι δημιουργούμε το μέλλον που φοβόμαστε.
Εκείνη η φευγαλέα στιγμή αποτύπωσε τη νέα πραγματικότητα: ενώ κάποιοι εξακολουθούν να συζητούν πώς να σώσουμε τη δημοκρατία ή την κοινωνία, δηλαδή τα συστήματα που έχουμε, άλλοι ήδη σχεδιάζουν την απόδραση τους, καθώς φαντάζονται ένα μέλλον όπου η τεχνολογία δεν αποτελεί απλώς ένα εργαλείο, αλλά μια σωσίβια λέμβο για τους λίγους προνομιούχους. Ηταν μια υπενθύμιση ότι τα όσα διακυβεύονται δεν είναι πλέον αφηρημένα ή μακρινά: αναπτύσσονται, αυτή τη στιγμή, σε δωμάτια στα οποία οι περισσότεροι από εμάς δεν θα μπούμε ποτέ.
H ιστορία του Ουίλι αποτέλεσε το έναυσμα, γράφει η Ναταλία Αντάλεβα στην ιστοσελίδα codastory, για να θυμηθούμε πώς οι αφηγήσεις της Silicon Valley, κάποτε ιδιόρρυθμες, περιθωριακές, ουτοπικές, έχουν γίνει το νέο κέντρο βάρους της παγκόσμιας εξουσίας. Αυτό που κάποτε ήταν τομέας της επιστημονικής φαντασίας είναι τώρα η λογική που καθοδηγεί τις αίθουσες συνεδριάσεων και τις επενδυτικές στρατηγικές. Η εικόνα της ορκωμοσίας του Τραμπ, με τους μεγιστάνες της τεχνολογίας στην πρώτη γραμμή και τους υπουργούς πιο πίσω, περιγράφει ακριβώς αυτή τη συνθήκη.
Μια νέα κοινωνική αρχιτεκτονική
Οι αριθμοί είναι συγκλονιστικοί: η Meta προσφέρει στους ερευνητές της τεχνητής νοημοσύνης συνολικά πακέτα αποζημίωσης έως και 300 εκατομμύρια δολάρια για τέσσερα χρόνια, με μεμονωμένες συμφωνίες, όπως το πακέτο των 200 εκατομμυρίων δολαρίων του πρώην στελέχους της Apple, Ρουόμινγκ Πανγκ, να γίνονται πρωτοσέλιδα. Εν τω μεταξύ, η OpenAI μόλις συγκέντρωσε 40 δισεκατομμύρια δολάρια, ο μεγαλύτερος γύρος ιδιωτικής χρηματοδότησης τεχνολογίας στην Ιστορία.
Κάτω από αυτά τα εντυπωσιακά οικονομικά στοιχεία κρύβεται ένας βαθύς μετασχηματισμός: η ελίτ της Silicon Valley έχει εξελιχθεί από πρόθυμους καινοτόμους σε αρχιτέκτονες μιας νέας παγκόσμιας τάξης, αναδιαμορφώνοντας την κοινωνία με την άνευ προηγουμένου δύναμη της. Αυτή η μετατόπιση δεν αφορά μόνο τα χρήματα ή την τεχνολογία, σηματοδοτεί μια θεμελιώδη αλλαγή στον τρόπο με τον οποίο η εξουσία γίνεται αντιληπτή και ασκείται. Ένας μετασχηματισμός στον τρόπο με τον οποίο διαμορφώνεται το μέλλον.
Η Τζούντι Έστριν, ευρέως γνωστή στους τεχνολογικούς κύκλους ως η «μητέρα του cloud» για τον πρωτοποριακό της ρόλο στην οικοδόμηση της θεμελιώδους υποδομής του Διαδικτύου, έχει γίνει μάρτυρας αυτής της εξέλιξης από πρώτο χέρι. Εχει δει τη μετατόπιση από το όραμα του Στιβ Τζομπς για την τεχνολογία ως «ποδήλατο για το μυαλό» στη δήλωση του Μαρκ Άντρισεν ότι «το λογισμικό τρώει τον κόσμο».
Τώρα, η Εστριν κρούει τον κώδωνα του κινδύνου: το τεχνολογικό τοπίο έχει μετατοπιστεί από τη συνεργατική καινοτομία σε μια αδιάκοπη επιδίωξη ελέγχου και κυριαρχίας. Οι σημερινοί ηγέτες της τεχνολογίας δεν είναι πλέον απλώς καινοτόμοι, αλλά δημιουργούν μια νέα κοινωνική αρχιτεκτονική που επαναπροσδιορίζει τον τρόπο που ζούμε, σκεφτόμαστε και συνδεόμαστε.
Σπασμένες αντανακλάσεις
Η τεχνολογική βιομηχανία έχει καταφέρει να δημιουργήσει ένα αφήγημα όπου το όραμά της για το μέλλον φαίνεται ασταμάτητο, αφήνοντας τους υπόλοιπους ως παθητικούς παρατηρητές και όχι ως ενεργούς συμμετέχοντες στη διαμόρφωση του τεχνολογικού μας πεπρωμένου. Ο Πίτερ Τίελ, ο δισεκατομμυριούχος επενδυτής και συνιδρυτής του PayPal, καθώς και βασικός υποστηρικτής του αντιπροέδρου των ΗΠΑ Τζέι Ντι Βανς, ενσαρκώνει αυτή τη νοοτροπία.
Σε πρόσφατη συνέντευξή του ο Τίελ ρωτήθηκε ευθέως αν θέλει να επιβιώσει το ανθρώπινο γένος. Δίστασε πριν απαντήσει «ε, ναι» και στη συνέχεια πρόσθεσε: «Θα ήθελα κι εγώ να λύσουμε ριζικά αυτά τα προβλήματα…». Η αμφιθυμία του απέναντι σε άλλους ανθρώπους και η προσπάθειά του για ριζικό μετασχηματισμό αποτυπώνουν τη διάθεση μιας τάξης ηγετών της τεχνολογίας που βλέπουν το παρόν ως κάτι από το οποίο πρέπει να ξεφύγουν, όχι να βελτιωθούν – μια νοοτροπία που τροφοδοτεί την αίσθηση του αναπόφευκτου και της αποστασιοποίησης για την οποία προειδοποιεί η Έστριν. «Μια νέα μορφή αυταρχισμού», όπως λέει, «από αυτούς που φτιάχνουν το μέλλον».
Η φιλόσοφος Σάνον Βαλόρ προειδοποιεί με άρθρο της στην «Washington Post» ότι οι σχεδόν θρησκευτικές αφηγήσεις που αναδύονται από τη Silicon Valley – παρουσιάζοντας την τεχνητή νοημοσύνη ως σωτήρα ή δαίμονα – δεν είναι απλώς φαντασιώσεις της ελίτ. Αντίθετα, ο πραγματικός κίνδυνος έγκειται στην ανύψωση μιας τεχνολογίας που, στον πυρήνα της, έχει σχεδιαστεί για να μας μιμείται. Τα μεγάλα γλωσσικά μοντέλα, εξηγεί, είναι «απλώς σπασμένες αντανακλάσεις του εαυτού μας… διατεταγμένες για να δημιουργήσουν την ψευδαίσθηση της παρουσίας, της συνείδησης, του ότι μας καταλαβαίνουν».
Ο πραγματικός κίνδυνος, υποστηρίζει, είναι ότι αυτές οι ψευδαισθήσεις διαπερνούν το μυαλό των ευάλωτων, όχι μόνο των ισχυρών. Περιγράφει ότι λαμβάνει καθημερινά μηνύματα από ανθρώπους που είναι πεπεισμένοι ότι βρίσκονται σε σχέσεις με μικρούς θεούς της τεχνητής νοημοσύνης – απόδειξη ότι η μυθολογία που περιβάλλει αυτές τις τεχνολογίες ήδη διαστρεβλώνει την πραγματικότητα για όσους είναι λιγότερο εξοπλισμένοι να της αντισταθούν.
Το κάλεσμα της Βαλόρ είναι σαφές: για να ανακτήσουμε την αυτονομία πρέπει να απομυθοποιήσουμε την τεχνολογία, να αναγνωρίσουμε ποιος κάνει τις επιλογές και να επιμείνουμε ότι το μέλλον της τεχνητής νοημοσύνης δεν είναι κάτι που μας συμβαίνει, αλλά κάτι που διαμορφώνουμε μαζί.