Φάρμακα όπως το Ozempic έχουν βοηθήσει πολλούς ανθρώπους να χάσουν βάρος, οι οποίοι παλαιότερα είχαν δυσκολία να τα καταφέρουν. Μπορεί, όμως, μια δίαιτα να έχει το ίδιο αποτέλεσμα χωρίς συνταγογραφούμενο φάρμακο;
Η εμφάνιση φαρμάκων για την απώλεια βάρους, όπως το Ozempic και το Wegovy, έχει φέρει αναστάτωση στον ιατρικό κόσμο τα τελευταία χρόνια.
Οι αγωνιστές του υποδοχέα GLP-1 (γλυκαγονόμορπο πεπτίδιο-1) έχουν αποδειχθεί αποτελεσματικοί στο να βοηθούν τα παχύσαρκα άτομα να χάσουν βάρος, μειώνοντας την όρεξή τους, με αποτέλεσμα τη μείωση πρόσληψης τροφής. Ωστόσο, παράλληλα με τον ενθουσιασμό, έχουν επίσης διατυπωθεί ισχυρισμοί ότι μπορούμε εύκολα να μιμηθούμε τα αποτελέσματα των φαρμάκων με τα τρόφιμα που τρώμε.
Μια τάση στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, για παράδειγμα, υποστηρίζει ότι η κατανάλωση μείγματος βρώμης με νερό και χυμό λάιμ – με το παρατσούκλι «oatzempic» – δρα ως κατασταλτικό της όρεξης και βοηθά τους ανθρώπους να χάσουν βάρος με τον ίδιο τρόπο.
Αλλά μπορεί κάποια δίαιτα ή κάποιο μεμονωμένο τρόφιμο ή ποτό να πλησιάσει πραγματικά τα αποτελέσματα του Ozempic; Μπορεί μια δίαιτα «oatzempic» να λειτουργήσει πραγματικά;
Η νέα γενιά φαρμάκων για την απώλεια βάρους, μιμείται μια διαδικασία που συμβαίνει φυσιολογικά στο σώμα μας κάθε μέρα. Όταν τρώμε, το έντερό μας παράγει την ορμόνη GLP-1, η οποία αυξάνει τα επίπεδα ινσουλίνης στο αίμα μας, μειώνει την παραγωγή ζάχαρης από το συκώτι, επιβραδύνει την πέψη και μειώνει την όρεξη.
Οι ορμόνες GLP-1 είναι «κύριοι ρυθμιστές» ολόκληρης της μεταβολικής διαδικασίας του σώματός μας, τονίζει ο Chris Damman, γαστρεντερολόγος και κλινικός αναπληρωτής καθηγητής στο Πανεπιστήμιο της Ουάσιγκτον. «Αυτές οι οδοί είναι πολύ λεπτές και περιλαμβάνουν πολλές διαφορετικές ορμόνες».
Μπορούμε να μιμηθούμε την GLP-1 με τη διατροφή;
Τα δύο κύρια στοιχεία της διατροφής μας που σχετίζονται με το GLP-1 είναι οι φυτικές ίνες και οι πολυφαινόλες. «Οι ίνες είναι η προτιμώμενη τροφή για τα τρισεκατομμύρια βακτήρια που ζουν στο έντερό μας», τονίζει η Mary Sco γιατρός και συγγραφέας θεμάτων διατροφής στη Βιρτζίνια των ΗΠΑ.
Όταν τρώμε τροφές πλούσιες σε φυτικές ίνες και πολυφαινόλες, αυτά τα συστατικά μετατρέπονται από το μικροβίωμα του εντέρου μας σε λιπαρά οξέα βραχείας αλυσίδας, τα οποία διεγείρουν την παραγωγή GLP-1. Τροφές πλούσιες σε φυτικές ίνες είναι οι ξηροί καρποί, τα όσπρια, τα φρούτα και τα λαχανικά, ενώ οι πολυφαινόλες βρίσκονται επίσης στα φρούτα, τα λαχανικά και τους ξηρούς καρπούς. Ένα άλλο σημαντικό θρεπτικό συστατικό για το μεταβολισμό είναι τα μονοακόρεστα λιπαρά, τα οποία έχουν επίσης συσχετιστεί με την αύξηση του GLP-1. Αυτά βρίσκονται στο ελαιόλαδο, το αβοκάντο και τους ξηρούς καρπούς. Αυτή η διαδικασία ξεκινά πριν ακόμη η τροφή φτάσει στο έντερο.
Έρευνες δείχνουν ότι η πικρή γεύση των τροφών πλούσιων σε πολυφαινόλες ενεργοποιεί τους γευστικούς υποδοχείς μας, οι οποίοι στέλνουν σήματα στο έντερο για την παραγωγή πεπτικών ορμονών, συμπεριλαμβανομένου του GLP-1. Η φυσική αύξηση των επιπέδων GLP-1 στον οργανισμό δεν εξαρτάται μόνο από το τι τρώμε, αλλά και από το πώς τρώμε, λέει η Sco.
«Υπάρχουν νέες έρευνες που δείχνουν ότι η σειρά με την οποία τρώμε έχει επίσης σημασία».
Οι ερευνητές γράφουν σε μια ανασκόπηση του 2020 ότι υπάρχουν κάποιες έρευνες που υποδηλώνουν ότι η κατανάλωση τροφών πλούσιων σε πρωτεΐνες, όπως το κρέας και τα αυγά, και λαχανικών, πριν από τους υδατάνθρακες, οδηγεί σε υψηλότερα επίπεδα GLP-1 σε σύγκριση με το αν καταναλώσουμε πρώτα τους υδατάνθρακες. Ωστόσο, αναφέρουν ότι οι μηχανισμοί πίσω από αυτό είναι σε μεγάλο βαθμό άγνωστοι. Επίσης, η ώρα της ημέρας που καταναλώνουμε την τροφή, μπορεί επίσης να επηρεάσει την ποσότητα GLP-1 που παράγει ο οργανισμός μας. Υπάρχουν έρευνες που υποδεικνύουν ότι ο οργανισμός παράγει περισσότερη GLP-1 όταν τρώμε νωρίς το πρωί, σε σύγκριση με το να τρώμε αργά το βράδυ. Αυτό, συνδέεται με τις φυσικές μεταβολές των ορμονικών επιπέδων μας κατά τη διάρκεια της ημέρας, και το να τρώμε νωρίς το πρωί υποστηρίζει τον κιρκαδικό ρυθμό του σώματος, όπως έγραψαν ερευνητές σε άρθρο του 2023.
Επομένως, θα ήταν λογικό να υποθέσουμε ότι μια διατροφή πλούσια σε φυτικές ίνες, πολυφαινόλες και μονοακόρεστα λιπαρά θα εξασφάλιζε την παραγωγή μεγάλων ποσοτήτων GLP-1. Ωστόσο, οι σύγχρονες δυτικές διατροφές στερούνται επί του παρόντος των στοιχείων που παράγουν το μεγαλύτερο μέρος της GLP-1, λέει ο Damman.
«Αυτά τα φάρμακα για την απώλεια βάρους αξιοποιούν κάτι θεμελιώδες στον μηχανισμό κορεσμού μας, ο οποίος έχει βραχυκυκλωθεί από τα σύγχρονα υπερ-επεξεργασμένα τρόφιμα».
Τα φάρμακα ή οι δίαιτες έχουν καλύτερα αποτελέσματα;
Ενώ για μερικούς ανθρώπους, μια ισορροπημένη διατροφή και ένας ενεργός τρόπος ζωής αρκούν για να χάσουν βάρος, για άλλους είναι απαραίτητα τα αγωνιστικά GLP-1, υποστηρίζει ο Damman.
«Όλα εξαρτώνται από την αλλαγή συμπεριφοράς, η οποία είναι εξαιρετικά δύσκολη. Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο τα μέτρα που αφορούν τον τρόπο ζωής συχνά δεν λειτουργούν για άτομα που έχουν πέσει σε μεταβολική ρουτίνα και για τον οποίο αυτά τα φάρμακα έχουν αποδειχθεί εξαιρετικά χρήσιμα για άτομα με νοσογόνο παχυσαρκία και επιπλοκές».
Για άλλους, η κατανάλωση μιας διατροφής πλούσιας σε φυτικές ίνες, πολυφαινόλες και μονοακόρεστα λίπη μπορεί να είναι ένας αποτελεσματικός τρόπος για τον έλεγχο της όρεξής μας, λέει ο Sco.
«Ορισμένα άτομα μπορεί να μην έχουν τόσο μεγάλο όφελος, αλλά θα έχουν κάποιο. Οι κανόνες ισχύουν για όλους, επειδή είναι βασική ανθρώπινη φυσιολογία – όλοι λαμβάνουμε το σήμα «σταμάτα να τρως».
Το γεγονός ότι οι άνθρωποι μπορεί να ανακαλύπτουν αυτό προσπαθώντας να μιμηθούν τα αποτελέσματα των φαρμάκων για την απώλεια βάρους είναι μια ειρωνεία που δεν έχει ξεφύγει από ορισμένους επιστήμονες της διατροφής, συμπεριλαμβανομένου του Damman.
«Ο κύκλος έχει κλείσει. Όλοι οι δρόμοι οδηγούν πίσω στην κατανάλωση ολόκληρων τροφών – δεν υπάρχει υποκατάστατο για αυτές».
Το μέλλον της έρευνας για την GLP-1
Αν και γνωρίζουμε ότι οι συνταγογραφούμενοι αγωνιστές GLP-1 θεωρούνται γενικά ασφαλείς, υπάρχουν πολλά που ακόμα δεν γνωρίζουμε για αυτούς, λέει ο Damman.
Ωστόσο, υπάρχει ένας αναδυόμενος τομέας έρευνας στον οποίο δίνουν τη θέση τους τα φάρμακα για την απώλεια βάρους, ο οποίος μπορεί να βοηθήσει στην καλύτερη κατανόηση του τρόπου αντιμετώπισης της παχυσαρκίας, λέει ο Gary Schwartz, καθηγητής ιατρικής, νευροεπιστήμης, ψυχιατρικής και συμπεριφορικών επιστημών στο Albert Einstein College of Medicine της Νέας Υόρκης.
Οι λόγοι για την αύξηση των ποσοστών παχυσαρκίας σε πολλά μέρη του κόσμου είναι πολυάριθμοι και πολύπλοκοι, αλλά πολλοί ερευνητές συμφωνούν ότι το διατροφικό μας περιβάλλον και ο σύγχρονος τρόπος ζωής είναι ένα μέρος της κινητήριας δύναμης.
Ο Schwartz εξηγεί ότι το διατροφικό μας περιβάλλον έχει αρχίσει να αποτελεί απειλή στην ανθρώπινη ζωή, χάρη στα υπερ-επεξεργασμένα τρόφιμα με υψηλή περιεκτικότητα σε ζάχαρη και λίπος, τα οποία μεγιστοποιούν τα συστατικά των τροφίμων που είμαστε βιολογικά προγραμματισμένοι να αναζητούμε.
Όταν καταναλώνουμε αυτά τα τρόφιμα, οι περιοχές ανταμοιβής στον εγκέφαλό μας ενεργοποιούνται με την έκκριση ντοπαμίνης, πράγμα που σημαίνει ότι τα καταναλώνουμε σε υπερβολικές ποσότητες. Αυτό, σύμφωνα με τον Schwartz, μπορεί να μειώσει την ευαισθησία μας σε αυτά τα συστατικά με την πάροδο του χρόνου, με αποτέλεσμα να πρέπει να καταναλώνουμε όλο και περισσότερο για να επιτύχουμε το ίδιο επίπεδο αισθητηριακής ικανοποίησης.
Πηγή: BBC
www.ertnews.gr