Φθινόπωρο, αναζωπύρωση της πολιτικής ηθικολογίας που υποκαθιστά την πολιτική επιτρέποντας την εύκολη διαμαρτυρία. Τη διαμαρτυρία της συγκίνησης. Αυτές τις μέρες, π.χ., στην Πλατεία Συντάγματος, ένας άντρας, πατέρας ενός από τους νεκρούς στο τρομερό σιδηροδρομικό δυστύχημα των Τεμπών, κάνει απεργία πείνας και δίψας διεκδικώντας κάτι παράτυπο: την άδεια εκταφής του παιδιού του.
Ρωτώντας, μαθαίνω ότι αυτό δεν μπορεί να γίνει, δεν ξέρω τους λόγους. Κατανοώ, επίσης, ότι το μακάβριο αυτό αίτημα δεν έχει νόημα, επειδή ο νεκρός είχε υποστεί τρομερή παραμόρφωση από το δυστύχημα. Γιατί όμως ο πατέρας απαιτεί την εκταφή του παιδιού του; Επειδή έχει πειστεί ότι η ιατροδικαστική έκθεση που συντάχθηκε δεν λέει την αλήθεια, ότι κάτι του έχουν κρύψει – τα ξυλόλια ή κάποια άλλη θεωρία.
Ο απελπισμένος άνθρωπος, δηλαδή, είναι εμποτισμένος με μια αμφιβολία με τους θεσμούς της δημοκρατίας και τους υπηρέτες τους. Δεν πιστεύει τη δικαιοσύνη, την ιατροδικαστική υπηρεσία, την πρόνοια – δεν πιστεύει τίποτα. Πιστεύει τα ξυλόλια, τον Βελόπουλο και την Κωνσταντοπούλου, τους «εμπειρογνώμονες» που διαψεύστηκαν, τις φήμες του Διαδικτύου… Πιστεύει σε κάποια φοβερή συνωμοσία, την οποία θεωρεί ότι θα αποκαλύψει μια νέα ιατροδικαστική έκθεση του νεκρού, θαμμένου παιδιού του.
Δεν μπορεί, ευλόγως, ο άνθρωπος αυτός να σκεφτεί ότι οι άνθρωποι που τον ωθούν να πιστέψει σε μια άγνωστη συνωμοσία χρησιμοποιούν τη δική του αγωνία ως δημόσιο θέαμα. Ως ένα θέαμα παρέλκυσης της κοινής γνώμης, χειραγώγησής της: τι μας κρύβουν και δεν ακούνε το αίτημα του απελπισμένου; Η απελπισία και η αγωνία του θλιμμένου πατέρα γίνονται «επιχείρημα» του μηδενισμού των κινημάτων της Αγανάκτησης, του Οξυγόνου, της Δικαιοσύνης – των κινημάτων αμφισβήτησης των θεσμών της δημοκρατίας.
Φυσικά, η διαμαρτυρία αυτή χρησιμοποιεί το ντεκόρ που έχει στηθεί στο κέντρο της Αθήνας, μπροστά από το μνημείο του Άγνωστου Στρατιώτη. Το αυτοσχέδιο θεωρούμενο «μνημείο» των νεκρών στο δυστύχημα των Τεμπών, με καρέκλες, γλαστράκια και ονόματα στο τσιμέντο γραμμένα με κόκκινη μπογιά. Μια νησίδα προχειρότητας και κακογουστιάς, στην ουσία ένα σήμα «διαμαρτυρίας» για να μη νομίζουν οι περιπατητές ότι είμαστε κανονική χώρα.
Όσο περνάει ο καιρός γίνεται κατανοητό ότι όσοι επένδυσαν και συνεχίζουν να επενδύουν στα Τέμπη για να φτιάξουν ένα ρεύμα «Αγανάκτησης» κατά της κυβέρνησης, έστω και βάλλοντας κατά των θεσμών και ιδίως κατά της Δικαιοσύνης, και ασφαλώς κατά της πολιτικής σταθερότητας, δεν θα σταματήσουν. Δεν τους νοιάζει, π.χ., ένα κανονικό μνημείο για τα Τέμπη – όπως δεν τους νοιάζει η δίκη, η δημόσια διαδικασία απόδοσης δικαιοσύνης. Προτιμούν έναν τσαντίρ μαχαλά στο κέντρο, επειδή ένας τσαντίρ μαχαλάς στο κέντρο είναι ένα πεδίο που στέλνει άμεσα μηνύματα – ενώ γύρω του δικαιολογούνται εντάσεις και καβγάδες που θα εκθέτουν το ανάλγητο κράτος. Ο συγκεκριμένος τσαντίρ μαχαλάς, προσβλητικός των νεκρών που υποτίθεται στοχεύει, επειδή προσβάλλουν η αισθητική του, η προχειρότητά του και η φτήνια του, είναι το αντίστοιχο του μνημείου της ΕΡΤ: ένα σήμα εκβιασμού της συγκίνησης.
Και η συντήρησή του, όπως και του μνημείου της ΕΡΤ ή όπως οι εθιμικές αναρτήσεις συνθημάτων στην Ακρόπολη από το ΚΚΕ, δείχνει ότι το κράτος είναι ανίσχυρο απέναντι στην προσβλητική φτήνια που υπονομεύει την κοινωνική συνοχή.