Με τα μάτια στη Γαλλία όπου έχει προγραμματιστεί ψήφος εμπιστοσύνης για την κυβέρνηση των πρωθυπουργού Φρανσουά Μπαϊρού βρίσκονται σήμερα οι επενδυτές στην Ευρώπη -και η πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας Κριστίν Λαγκάρντ με το επιτελείο της. Η ΕΚΤ συνεδριάζει την Πέμπτη για τη χάραξη της νομισματικής πολιτικής.
Το πολιτικό σύστημα στη δεύτερη μεγαλύτερη οικονομία της Ευρώπης βρίσκεται σε σταυροδρόμι, με το εκλογικό σώμα και τις επιχειρήσεις να έχουν κουραστεί από τις αυξήσεις φόρων. Η εύθραυστη κυβέρνηση μειοψηφίας υπό τον Φρανσουά Μπαϊρού, τον τέταρτο πρωθυπουργό μέσα σε δύο χρόνια, θέλει να κάνει περικοπές ύψους 44 δισεκατομμυρίων ευρώ, αλλά αντιμετωπίζει τα άλλα πολιτικά κόμματα που απορρίπτουν κάθε είδους λιτότητα. Σήμερα πιθανότατα θα καταρρεύσει μετά την ολοκλήρωση της διαδικασίας για ψήφο εμπιστοσύνης και θα αντικατασταθεί από μια άλλη αδύναμη κυβέρνηση που θα δυσκολευτεί να περάσει τον προϋπολογισμό, ανέφεραν αναλυτές στο Bloomberg.
Οι αγορές ομολόγων ανησυχούν και για το λόγο αυτό η απόδοση του 30ετούς ομολόγου της Γαλλίας έφτασε στο υψηλότερο επίπεδο από το 2011, ενώ η απόδοση του 10ετούς ομολόγου έχει ξεπεράσει προ πολλού εκείνη της Ισπανίας, της Ελλάδας και της Πορτογαλίας, χωρών που κάποτε βρίσκονταν στο επίκεντρο της κρίσης χρέους της ευρωζώνης.
Όπως έχει αναφέρει η Berenberg σε έκθεσή της, «οι επενδυτές δικαίως αμφισβητούν τη σταθερότητα των γαλλικών δημόσιων οικονομικών». Στα επίπεδα του 3,5%, οι αποδόσεις των γαλλικών 10ετών κρατικών ομολόγων είναι πλέον υψηλότερες από εκείνες χωρών που βρίσκονταν σε κρίση παλιότερα όπως η Ισπανία (3,3%) και κοντά σε εκείνες με μεγάλα χρέη όπως η Ιταλία (3,6%).
Ειδικά για την ΕΚΤ αναφέρεται ότι στο παρελθόν είχε αφήσει μεγάλο περιθώριο να παρέμβει στις αγορές για να μειώσει το κόστος χρηματοδότησης για ορισμένες κυβερνήσεις, εάν το κρίνει απαραίτητο. «Ωστόσο, είναι απίθανο να το κάνει τώρα για τη Γαλλία. Ενώ η ΕΚΤ δεν έχει συμπεριλάβει αυστηρές απαιτήσεις στον αποκαλούμενο Μηχανισμό Προστασίας Μεταφοράς (Transmission Protection Instrument-TPI) που δημιούργησε τον Ιούλιο του 2022 (αλλά δεν τον έχει χρησιμοποιήσει μέχρι στιγμής), θα ήταν εξαιρετικά δύσκολο να δικαιολογηθεί γιατί η Γαλλία δικαιολογεί τώρα την ενεργοποίησή του», αναφέρεται από τη γερμανική τράπεζα. Μόνο οι χώρες με βιώσιμη δημοσιονομική πολιτική υποτίθεται ότι είναι επιλέξιμες για το TPI. Επιπλέον, σε αντίθεση με το περιβάλλον χαμηλού πληθωρισμού και χαμηλών επιτοκίων πριν από την κρίση της πανδημίας, το κόστος μιας παρέμβασης της ΕΚΤ στη Γαλλία θα ήταν και πολιτικά δύσκολο.
Τα δημοσιονομικά της Γαλλίας
Η Berenberg χαρακτηρίζει τη δημοσιονομική κατάσταση της Γαλλίας ως μη βιώσιμη, κυρίως λόγω των σημαντικών υπερβολικών δαπανών της κυβέρνησης. Ο Μπαϊρού θέτει ως πρώτη του προτεραιότητα τον περιορισμό του ελλείμματος, για αυτό και υπάρχουν οι πολιτικές αντιδράσεις και η χώρα οδεύει σήμερα προς ψήφο εμπιστοσύνης για την κυβέρνησή του.
Μετά από δημοσιονομικό έλλειμμα 5,8% του ΑΕΠ το 2024, η κυβέρνηση Μπαϊρού στοχεύει σε έλλειμμα 5,4% το 2025 και σε 3% έως το 2029. Η πολιτική συζήτηση επικεντρώνεται τώρα στον προϋπολογισμό του 2026, στον οποίο ο πρωθυπουργός θέλει να μειώσει το έλλειμμα στο 4,6%. Ενώ ο Μπαϊρού έχει δηλώσει ότι είναι ανοιχτός σε επιπλέον προτάσεις για την πραγματοποίηση των απαιτούμενων εξοικονομήσεων στον προϋπολογισμό, εκτός από τα αυστηρά μέτρα λιτότητας που έχει ζητήσει, είναι ανένδοτος στο ότι το έλλειμμα θα πρέπει να μειωθεί. Για αυτό και ζήτησε ψήφο εμπιστοσύνης.