«Πληγές και Θρήνοι», «Σκοτάδι και Φως», «Μεταμορφώσεις», «Πριν την Καταιγίδα», «Παραλλαγές Νίκης» και «Η Ιστορία του Στρατιώτη». Είναι οι χαρακτηριστικοί τίτλοι που αναδεικνύουν την κεντρική θεματική στο 13ο Φεστιβάλ Μουσικής Δωματίου Χανίων: δηλαδή το «Πόλεμος και Ειρήνη» (με υπότιτλο «80 χρόνια από τη λήξη του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου»). Ο μουσικός θεσμός της περιφέρειας αντλεί έμπνευση από τα δεινά των πολεμικών συγκρούσεων και το διαχρονικό αίτημα για ειρήνη – θέματα εξαιρετικά επίκαιρα χωρίς άλλες διευκρινίσεις στις μέρες που βιώνουμε.
Δεκατρείς συνθέσεις από το κλασικό και σύγχρονο ρεπερτόριο ερμηνεύονται από 20 μουσικούς με διεθνή παρουσία, σε τρεις διαφορετικές τοποθεσίες (στα Χανιά και τον αρχαιολογικό χώρο της Απτέρας). Κάθε έργο αναφέρεται σε περιόδους λίγο πριν, κατά τη διάρκεια ή μετά τον πόλεμο, αποτυπώνοντας θριάμβους, ήττες και στοχασμούς για τη ζωή και τον θάνατο. Οπως σημειώνει ο διευθυντής του Φεστιβάλ, Γιώργος Μαθιουλάκης, «η μουσική γίνεται γέφυρα που συνδέει παρελθόν και παρόν, φωτίζοντας τον δρόμο προς ένα πιο ανθρώπινο μέλλον». Στο πρόγραμμα περιλαμβάνονται το Ογδοο Κουαρτέτο του Σοστακόβιτς, το Κουιντέτο του Βάινμπεργκ και οι «Μεταμορφώσεις» του Στράους. Ειδικά η Σονάτα για δύο πιάνα του Μότσαρτ και το Τρίο με κλαρινέτο του Μπετόβεν αναδεικνύουν την Ευρώπη του ανθρωπισμού και της πολιτισμικής ακμής, ενώ το Κοντσερτίνο του Λέος Γιάνατσεκ και η Ισπανική Ραψωδία του Ραβέλ φέρνουν στοιχεία της πρωτοπορίας του 20ού αιώνα.
Από τις 25 Αυγούστου έως την 1η Σεπτεμβρίου, διακεκριμένοι καλλιτέχνες όπως ο βραβευμένος ρώσος πιανίστας Ντένις Κοζούχιν, ο δικός μας Τίτος Γουβέλης, οι βιολονίστες Γιόσεφ Σπάτσεκ και Ρομάν Σίμοβιτς θα αναδείξουν την τραγωδία του πολέμου και το ζητούμενο της ειρήνης μέσα από τη γλώσσα της μουσικής.
Εναντίον κάθε πολέμου
Για τη δική του σχέση με αυτό το θέμα, την ερμηνεία και τη συνεργασία πάνω στη σκηνή μίλησε στο «Νσυν» ο ρώσος πιανίστας Αλεξέι Βολόντιν, ο οποίος συμμετέχει σε όλες τις συναυλίες του φεστιβάλ σε έργα Μότσαρτ, Προκόφιεφ, Βάινμπεργκ, Ραβέλ. «Είμαι πεπεισμένος ότι οι καλλιτέχνες δεν εξαιρούνται από την επεξεργασία αιώνιων θεμάτων όπως αυτά του Φεστιβάλ», λέει. «Εχω δώσει την επίσημη δήλωσή μου πριν από μερικά χρόνια – υπήρξα και θα παραμείνω πάντα εναντίον κάθε πολέμου».
Η εμπειρία της σκηνής αλλάζει ανάλογα με τη μορφή της συναυλίας, εξηγεί: «Δεν ξεχωρίζω την προσέγγισή μου όταν παίζω σόλο ή όταν παίζω σε μουσικό σύνολο – απλώς προσπαθώ να υπηρετήσω όσο καλύτερα μπορώ τη μουσική. Φυσικά, όταν παίζω με άλλους, προσπαθώ να είμαι ευαίσθητος στο μουσικό τους μήνυμα και να μην υπερκαλύπτω το σύνολο με την ιδιοσυγκρασία μου. Οταν παίζω μόνος, όλα αλλάζουν – τότε είμαι ο μόνος άνθρωπος που υπάρχει εκείνη τη στιγμή». Το ρεπερτόριό του εκτείνεται από Μότσαρτ και Μπετόβεν μέχρι Προκόφιεφ και Σοστακόβιτς, και η επιλογή των έργων δεν είναι τυχαία. «Αυτή τη φορά, τα περισσότερα έργα προτάθηκαν από το Φεστιβάλ, εκτός από την 7η σονάτα για πιάνο του Προκόφιεφ, που ταιριάζει απόλυτα στο θέμα – είναι μια από τις λεγόμενες “πολεμικές σονάτες” του».
Μεγάλες συνεργασίες
Οι συνεργασίες με μεγάλες ορχήστρες και μαέστρους σε όλο τον κόσμο έχουν αφήσει ανεξίτηλο αποτύπωμα στην τέχνη του. «Ημουν τυχερός που συνεργάστηκα με πολλούς μεγάλους καλλιτέχνες, διάσημους ή όχι και τόσο – για μένα δεν έχει σημασία. Κάποιες από αυτές τις μεγάλες εμπειρίες εξακολουθούν να με εμπνέουν». Οσο για την τέλεια ισορροπία ανάμεσα στην τεχνική και το συναίσθημα, η απάντησή του είναι απόλυτη: «Το να έχει κανείς καλή τεχνική είναι πολύ σημαντικό, γιατί χωρίς αυτήν δεν μπορεί να προβάλλει τις ιδέες του. Αλλά μόνο η τεχνική ή μόνο το “συναίσθημα” δεν αρκούν. Ολα πρέπει να είναι σε ισορροπία. Ενας αληθινός καλλιτέχνης πρέπει να έχει πλήρη κατανόηση του έργου του συνθέτη και να είναι ικανός να το αναδημιουργήσει στη σκηνή, σε πραγματικό χρόνο» συμπληρώνει τονίζοντας έτσι πως πρόκειται για έναν πιανίστα που ζει και σκέφτεται τη μουσική ως δύναμη συνείδησης και επικοινωνίας.