«Δεν έχουμε τίποτα να χωρίσουμε με τον ρωσικό λαό. Το πρόβλημα δεν είναι ο ρωσικός λαός, είναι η ρωσική ηγεσία και η παράλογη απόφαση που πήρε να επιτεθεί στην Ουκρανία». Μπορεί να θεωρηθεί «ρωσοφοβική» αυτή η δήλωση που είχε κάνει ο Κυριάκος Μητσοτάκης τον Ιανουάριο του 2024, στο πλαίσιο συζήτησής του με τον αρχισυντάκτη του περιοδικού «Foreign Policy» στο Νταβός; Ο περισσότερος κόσμος θα απαντούσε «φυσικά και όχι», αλλά για το ρωσικό υπουργείο Εξωτερικών είναι ένα «παράδειγμα της χρήσης “ρητορικής μίσους” εναντίον της Ρωσίας από πολιτικούς και δημόσια πρόσωπα ξένων χωρών».
Η σχετική λίστα παραδειγμάτων έγινε αιτία να κληθεί στο ιταλικό υπουργείο Εξωτερικών ο ρώσος πρεσβευτής στη Ρώμη Αλεξέι Παραμόνοφ, προκειμένου να του επιδοθεί διάβημα διαμαρτυρίας – το γεγονός ότι περιλαμβάνει δύο δηλώσεις του ιταλού προέδρου Σέρτζο Ματαρέλα, μία φετινή και μία περσινή, εξόργισε τη Ρώμη. Κι εντούτοις, στη λίστα του 2024, η Ελλάδα βρίσκεται πολύ πιο «ψηλά» σε αριθμό υποτίθεται «ρωσοφοβικών» δηλώσεων από την Ιταλία, με δέκα έναντι τεσσάρων καταχωρίσεων: καταγράφονται έξι δηλώσεις του έλληνα Πρωθυπουργού, τρεις δηλώσεις του υπουργού Εξωτερικών Γιώργου Γεραπετρίτη και μία της τέως Προέδρου της Δημοκρατίας Κατερίνας Σακελλαροπούλου. Κανείς άλλος αρχηγός κράτους ή κυβέρνησης, μάλιστα, δεν έχει περισσότερες καταχωρίσεις από τον Κυριάκο Μητσοτάκη. Ούτε καν ο Τζο Μπάιντεν: στην πραγματικότητα, οι άνθρωποι του ρωσικού υπουργείου Εξωτερικών περιλαμβάνουν στα «παραδείγματα της χρήσης “ρητορικής μίσους” εναντίον της Ρωσίας» μόλις δύο δηλώσεις του πρώην προέδρου των ΗΠΑ – η μία, από το ντιμπέιτ του με τον Ντόναλντ Τραμπ τον Ιούνιο του 2024, όπου χαρακτηρίζει τον Βλαντίμιρ Πούτιν «εγκληματία πολέμου».

Η λίστα με τα «παραδείγματα της χρήσης “ρητορικής μίσους” εναντίον της Ρωσίας από πολιτικούς και δημόσια πρόσωπα ξένων χωρών» για το 2024 ξεκινά με τον Τζο Μπάιντεν (αυτόματη μετάφραση στα αγγλικά από το Google)
Για εσωτερική κατανάλωση
Ας πάρουμε όμως τα πράγματα από την αρχή. Μη έχοντας επαρκή επιχειρήματα για την επιθετικότητα και τον αναθεωρητισμό του, το Κρεμλίνο καταγγέλλει ανά τακτά χρονικά διαστήματα το Κίεβο και τη Δύση για «ρωσοφοβία» και «υποκίνηση μίσους». Απευθύνεται βέβαια πρωτίστως στο εσωτερικό ακροατήριό του, για αυτό και η στήλη «Παραδείγματα εκδήλωσης ρωσοφοβίας» υπάρχει, προς το παρόν τουλάχιστον, μόνο στο ρωσόφωνο σάιτ του υπουργείου Εξωτερικών, όχι στο αγγλόφωνο. Απ’ όσο μπορεί να καταλάβει ο επισκέπτης από την αυτόματη μετάφραση στα αγγλικά, η στήλη ξεκίνησε στις 24 Ιουλίου και χωρίζεται σε τέσσερις υποενότητες, δύο αφορούν την Ουκρανία («ρητορική μίσους» του «καθεστώτος του Κιέβου» μεταξύ 2014-2023 και 2024-2025) και δύο τις «ελίτ των δυτικών χωρών», μία με δηλώσεις του 2024 και μία με φετινές. Σε αυτή την τελευταία λίστα η Ελλάδα δεν συμπεριλαμβάνεται. Εχει ωστόσο πλούσια παρουσία στον κατάλογο του 2024.
14 χώρες συν το ΝΑΤΟ, την ΕΕ και το G7
Για να γίνουμε πιο συγκεκριμένοι, η επίμαχη λίστα περιλαμβάνει 14 χώρες συν το ΝΑΤΟ (με εννέα δηλώσεις, οι οκτώ του πρώην γ.γ. Γενς Στόλτενμπεργκ), την ΕΕ (με συνολικά 20 δηλώσεις, οι έξι του πρώην επικεφαλής της ευρωπαϊκής διπλωματίας Γιοζέπ Μπορέλ) και το G7. Για κάποιον ακατανόητο λόγο, το Βέλγιο έρχεται πρώτο μεταξύ των χωρών με έντεκα δηλώσεις, οι τέσσερις του πρωθυπουργού Αλεξάντερ ντε Κρο. Ακολουθούν, στη δεύτερη θέση, η Τσεχία και η Ελλάδα, με δέκα δηλώσεις έκαστη. Στην τρίτη θέση, οι ΗΠΑ και η Πολωνία, με οκτώ δηλώσεις αξιωματούχων η καθεμία, ανάμεσά τους μία του πρώην υπουργού Εξωτερικών των ΗΠΑ Αντονι Μπλίνκεν και πέντε του πολωνού προέδρου Αντρέι Ντούντα. Ακολουθούν η Γαλλία, με επτά καταχωρίσεις, συμπεριλαμβανομένων πέντε δηλώσεων του Εμανουέλ Μακρόν, η Γερμανία, με τέσσερις καταχωρίσεις, οι τρεις της πρώην υπουργού Εξωτερικών Αναλένα Μπέρμποκ (και καμία του πρώην καγκελαρίου Ολαφ Σολτς!), και πιο κάτω η Κύπρος, με τρεις καταχωρίσεις.
Λίγο να τη μελετήσει κανείς, βέβαια, καταλαβαίνει πως αυτή η λίστα, που στοχοθετεί προφανώς μόνο δηλώσεις οι οποίες έγιναν στα αγγλικά (ίσως να οφείλεται και σε αυτό η αυξημένη παρουσία του Κυριάκου Μητσοτάκη…), εκτός από ασόβαρη είναι και προχειροφτιαγμένη. Μεταξύ άλλων, εντάσσει το Συμβούλιο της Ευρώπης (αναγράφεται και μια δήλωση του προέδρου της κοινοβουλευτικής του συνέλευσης Θεόδωρου Ρουσόπουλου) στην ΕΕ. Και αναφέρει τον Στεφάν Σεζουρνέ ως υπουργό Εξωτερικών, το 2024, τόσο της Ιταλίας όσο και της ΕΕ – λίγο ακόμα και θα πετύχαιναν το σωστό, της Γαλλίας.