Ιούλιος 1987. Πριν από 38 χρόνια. Και μια αιωνιότητα αν σκεφτεί κανείς τις αλλαγές που έχουν συντελεστεί στην καθημερινότητά μας. Μιλάμε για εποχή χωρίς Ιντερνετ, χωρίς σόσιαλ μίντια, με κρατική μόνο τηλεόραση. Και χωρίς air condition που ακόμη τότε θεωρείτο πολυτέλεια διαβίωσης. Κανένα ανεμιστηράκι και πολύ μας ήταν. Αλλά εκείνο τον Ιούλιο έπεσε βαριά ζέστη. Καύσωνας διαρκείας, εξουθενωτικός. Με τελικό απολογισμό πάνω από 1.300 νεκρούς από τη ζέστη σε όλη τη χώρα. Αν σήμερα συνέβαινε αυτό, θα πηγαίναμε για άλλη μια εξεταστική στη Βουλή, θα αμφισβητούταν η στοιχειώδης ικανότητα της κυβέρνησης. Να άλλη μια διαφορά από τότε.
Δεν θυμάμαι πόσο είχε φτάσει η θερμοκρασία εκείνες τις ημέρες. Εκείνο που θυμάμαι είναι ότι – επίσης σε αντίθεση με το σήμερα – πρώτα νιώσαμε τη ζέστη να μας τσουρουφλίζει και μετά αρχίσαμε να μιλάμε για καύσωνα. Οι μετεωρολόγοι δεν είχαν γίνει ακόμη τηλεοπτικοί σταρ. Μισό λεπτό. Μήπως η ανάμνηση προκύπτει από την κρησάρα της δικής μου μνήμης; Μήπως εγώ δεν είχα ασχοληθεί εκ των προτέρων με τον καύσωνα; Διότι διάνυα τη δεκαετία που έχει μπροστά το δύο, διότι δεν χαμπάριαζα από υψηλές θερμοκρασίες, άσε που τις έβρισκα και κάπως σέξι, επηρεασμένη σαφώς από την «Εξαψη», την ερωτική ταινία του Λόρενς Κάσνταν. Πάντως, το ανέκδοτο της παρέας είναι ότι την ημέρα κορύφωσης του καύσωνα, βγήκα στις έξι το απόγευμα, με ψηλοτάκουνα, στα μαγαζιά για να αγοράσω δύο… ζώνες. Τη μεθεπόμενη θα έφευγα για διακοπές με καινούργιο αμόρε και, σε εκείνη την ηλικία, πίστευα ακλόνητα ότι το μέλλον της σχέσης εξαρτιόταν απόλυτα από τα ρούχα και τα ασορτί αξεσουάρ μου.
Ιούλιος 2025. Πάλι με καύσωνα. Τον οποίον συζητώ μια εβδομάδα πριν ενσκήψει. Εχω κάνει τα κουμάντα μου ώστε τις ημέρες των πολύ υψηλών θερμοκρασιών να μη χρειαστεί να κουνήσω από το σπίτι. Το air condition στο φουλ και μέχρι τις οκτώ το βράδυ δεν πλησιάζω στην κουζίνα διότι την χτυπά ο ήλιος. Εως και ταξίδι ανέβαλα ώστε να πέσει λίγο η ζέστη. Τουλάχιστον δύο φορές την ημέρα νομίζω ότι θα πάθω καρδιακό επεισόδιο. Νομίζω επίσης ότι όλο μου το σώμα κολλάει και βρωμάει. Τα πολλά νερά με πρήζουν, τα φρούτα μού προκαλούν διάρροια και έχω συνεχώς μια διάθεση για εμετούλη. Γενικώς, χάλια.
Δεν ξέρω αν από το 1987 έχει αυξηθεί η μέση θερμοκρασία. Ξέρω ότι μεγάλωσα εγώ. Και για έναν συμπαντικό λόγο οι άνθρωποι, όσο μεγαλώνουν, ασχολούνται περισσότερο με τις καιρικές συνθήκες, νιώθουν πιο εκτεθειμένοι σε αυτές. (Θυμάμαι πως όταν έβλεπα τον πατέρα μου να ακούει προσηλωμένος τα δελτία καιρού, τον ρωτούσα ειρωνικά αν πρόκειται να απλώσει τραχανά). Και ξέρω επίσης πως όταν είσαι στην ηλικία που έχει μπροστά το δύο σε καίνε άλλες φωτιές έτσι ώστε οι καύσωνες να σου φαίνονται παιχνιδάκι. Αντε γεια, πάω για ένα ακόμη ντουζάκι.