Ο αρχηγός – λογιστής, οι αχυράνθρωποι, οι 40 εταιρείες, τα 55 ακίνητα, τα προγράμματα ΕΣΠΑ και η βίλα που έφτιαξαν με ευρωπαϊκά κονδύλια συνθέτουν τα κομμάτια του παζλ μιας απίστευτης ιστορίας με φόντο εγκληματική οργάνωση που με πλαστές βεβαιώσεις για Covid έπαιρναν χρηματα απο το ελληνικό Δημόσιο για δήθεν κατοικίες και δωμάτια που νοίκιαζαν τον καιρό της πανδημίας.
Το συνολικό παράνομο όφελος που αποκόμισε η εγκληματική οργάνωση και αποτελεί αντίστοιχη ζημία σε βάρος του Ελληνικού Δημοσίου και της ΕΕ ξεπερνά τα 5.737.413 ευρώ, ενώ αποπειράθηκαν, κατά τον ίδιο τρόπο να προκαλέσουν ζημία κατά το ποσό των 3.777.562 ευρώ. Στο πλαίσιο της νομιμοποίησης των εσόδων τους, είχαν εγκαταστήσει ένα δαιδαλώδες διατραπεζικό κανάλι αποτελούμενο από 122 τραπεζικούς λογαριασμούς που ανήκαν στο δίκτυο των εταιρειών, μέσω των οποίων πραγματοποιήθηκαν 57.253 τουλάχιστον συναλλαγές, ύψους 10.897.157 ευρώ.
Οι συλλήψεις
Όλα ξεκινησαν στις αρχές του χρόνου και μέσα στο Σαββατοκύριακο πραγματοποιήθηκε ευρείας κλίμακας επιχείρηση κατά την οποία διενεργήθηκαν 21 έρευνες σε σπίτια, επιχειρήσεις και θυρίδα, στο πλαίσιο εξάρθρωσης εγκληματικής οργάνωσης, τα μέλη της οποίας διέπρατταν κακουργηματικές απάτες σε βάρος του Ελληνικού Δημοσίου και της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Συνελήφθησαν 6 μέλη της εγκληματικής οργάνωσης, ενώ συγκατηγορούμενοι ειναι 6 ακόμα άτομα. Απο την πολύμηνη έρευνα διαπιστώθηκε ότι τουλάχιστον από τον Ιούνιο του 2020 οι κατηγορούμενοι, συγκρότησαν επιχειρησιακά δομημένη εγκληματική οργάνωση στο πλαίσιο της οποίας επεδίωκαν με μεθοδευμένο και οργανωμένο τρόπο διάπραξη απατών και πλαστογραφιών σε βάρος του Ελληνικού Δημοσίου και της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Ο αρχηγός
Την εγκληματική οργάνωση, συγκρότησε και διηύθυνε ένας 54χρονος λογιστής, ο οποίος διέθετε λόγω του επαγγέλματός του την απαιτούμενη τεχνογνωσία, προκειμένου να συναλλάσσεται με τις αρμόδιες αρχές και να πραγματοποιεί τις απαιτούμενες διαδικασίες για την έγκριση των υποβληθέντων αιτήσεων και την εξαπάτηση των δημόσιων φορέων, ενώ σταδιακά προσχώρησαν και εντάχθηκαν ως μέλη σε διαφορετικά χρονικά σημεία οι άλλοι 11 κατηγορούμενοι.
Σημαντικό ρόλο στην λειτουργία της εγκληματικής οργάνωσης, είχαν τρία συγγενικά του πρόσωπα του αρχηγού ενώ τα υπόλοιπα μέλη αποτελούσαν ένας ημεδαπός, υπεύθυνος αξιολόγησης χρηματοδοτικών προγραμμάτων καθώς και τρεις ημεδαποί και τέσσερις αλλοδαποί, οι οποίοι είχαν τον ρόλο του «αχυράνθρωπου».
Οι 40 εταιρείες
Τα μέλη είχαν αναπτύξει ένα συγκεκριμένο δίκτυο, μια εφοδιαστική αλυσίδα, εκμεταλλευόμενοι την ήδη υπάρχουσα δομή και οργάνωση των εταιρειών που είχαν, αλλά και αυτών που σύστησαν μετέπειτα (δικών τους και «αχυρανθρώπων») στο διερευνώμενο χρονικό διάστημα, συγκαλύπτοντας έτσι την παράνομη δραστηριότητά τους και ενσωματώνοντάς την στην νόμιμη λειτουργία της επιχείρησης, παρουσιάζοντας συνολικά μια συνήθη και νόμιμη δραστηριότητα.
Στο πλαίσιο αυτό, οι κατηγορούμενοι είχαν αναπτύξει ένα δίκτυο 40 εταιρειών, μέσω των οποίων κατήρτιζαν εικονικές συμβάσεις μίσθωσης ακινήτων, ορίζοντας υπερβολικά υψηλά μισθώματα που δεν δικαιολογούνταν.
Ακολούθως, εκμεταλλευόμενοι τα κατεπείγοντα μέτρα για την αντιμετώπιση των συνεπειών του κινδύνου διασποράς του κορωνοϊού COVID-19, προέβαιναν σε ψευδείς δηλώσεις COVID, αιτούμενοι την καταβολή των ως άνω μισθωμάτων, με μοναδικό σκοπό την ζημία του Ελληνικού Δημοσίου και την αποκόμιση αντίστοιχα παράνομου περιουσιακού οφέλους.
Επιπλέον, προέκυψε ότι, στις περιπτώσεις υποβολών ψευδών δηλώσεων COVID που δεν τελεσφόρησαν και απορρίφθηκαν προέβαιναν κατά περίπτωση σε μεταξύ των εμπλεκομένων προσώπων και εταιρειών αγωγές, προκειμένου να αποφύγουν τυχόν άλλες έννομες συνέπειες, όπως η επιβολή των προβλεπόμενων φόρων και η απαλλαγή τους από τυχόν περαιτέρω ελέγχους από τις φορολογικές Αρχές.
Τα 55 ακίνητα
Για την παράνομη αυτή δραστηριότητα χρησιμοποιούσαν 55 ακίνητα, μεταξύ των οποίων περιλαμβάνονται οι οικίες τους κατηγορουμένων, ακόμα κι ένα διαμέρισμα ημιτελούς οικοδομής, για το οποίο δηλώθηκε μηνιαίο μίσθωμα 74.000 ευρω. Η εικονικότητα των συμβάσεων ηταν πρόδηλη λαμβάνοντας υπόψη:
Η εικονικότητα ορισμένων εταιρειών,
το ύψος των μισθωμάτων σε συνδυασμό με τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά των μίσθιων, όπως η αντικειμενική αξία της ζώνης που ανήκαν και η επιφάνεια αυτών,
το χρονικό διάστημα που λάμβαναν χώρα οι υπό έρευνα συμβάσεις, ήτοι η περίοδος έξαρσης του COVID-19, η οποία συνοδεύθηκε από αξιοσημείωτη οικονομική ύφεση,
τη δηλωθείσα χρήση του μίσθιου (όπως λ.χ. Υπηρεσίες διοργάνωσης ψυχαγωγικών εκδηλώσεων),
την εναλλαγή των ίδιων εταιρειών, καθώς και της ιδιότητας τους στις συμβάσεις, ως εκμισθωτής και μισθωτής.
τη διαδοχική χρήση ίδιων ακινήτων από πολλές από τις εμπλεκόμενες εταιρείες
τη δήλωση μισθώσεων σε περιοχές όπου οι εταιρείες δε δήλωναν υποκαταστήματα/δραστηριότητα,
η λύση των μισθώσεων και η απευθείας εκ νέου κατάρτιση αυτών, προκειμένου είτε να εξαλειφθούν τυχόν περιορισμοί στη περαιτέρω μίσθωσή τους (π.χ. απαγόρευση υπεκμίσθωσης), είτε να καταρτιστούν νέες συμβάσεις με πολύ υψηλότερα μισθώματα,
το ύψος των υπεκμισθώσεων μεταξύ των εμπλεκομένων εταιρειών, το οποίο ήταν είναι πολύ υψηλότερο και πολλαπλάσιο από τις αρχικές (πραγματικές) μισθώσεις με τους αρχικούς ιδιοκτήτες.
Τα προγράμματα ΕΣΠΑ και η βίλα
Οι κατηγορούμενοι πέτυχαν, χρησιμοποιώντας το ως άνω δίκτυο εταιρειών, να καταστούν παρανόμως δικαιούχοι και άλλων οικονομικών επιχορηγήσεων μέσω προγραμμάτων ΕΣΠΑ, υποβάλλοντας ψευδή και πλαστά στοιχεία για την έγκριση και ένταξή τους σε αυτά. Μεταξύ των πλαστογραφημένων εγγράφων περιλαμβάνονται αποδεικτικά τραπεζικών συναλλαγών, έγγραφα της ΑΑΔΕ κ.α. Χαρακτηριστική είναι η περίπτωση ανέγερσης, μέσω προγράμματος ΕΣΠΑ, ακινήτου – βίλα με πρόσχημα την εκμετάλλευση του ως ενοικιαζόμενο κατάλυμα, το οποίο στην πραγματικότητα χρησιμοποιούνταν ως οικία δύο εκ μελών της οργάνωσης.
Επιπρόσθετα, στις ανωτέρω εταιρείες εκμεταλλεύομενοι την μετακύλυση της ευθύνης στους αχυρανθρώπους, ασφάλιζαν κατά περίπτωση σε αυτές προσωπικό, χωρίς να καταβάλουν την αξία των ασφαλιστικών εισφορών παραπλανώντας τον ΕΦΚΑ ως προς τον πραγματικό διαχειριστή τους και αποστερώντας από αυτόν τη δυνατότητα ανάκτησης της αξίας των εισφορών.
Το ξέπλυμα
Όσον αφορά τη νομιμοποίηση των παρανόμων εσόδων τους, αυτά απορροφούνταν από το ανωτέρω δίκτυο εταιρειών και τοποθετούνταν στους ίδιους τραπεζικούς λογαριασμούς που πιστώνονταν τα κέρδη από τη νόμιμη δραστηριότητα των εταιρειών. Από την ανάλυση των τραπεζικών τους κινήσεων διαπιστώθηκε η χρήση πολλών λογαριασμών διαφορετικών προσώπων και εταιρειών, καθώς και μεγάλο πλήθος συνεχών μεταφορών των ίδιων ποσών μεταξύ των λογαριασμών τους, γεγονός που δε συνάδει με τα συναλλακτικά ήθη και φαίνεται ότι, πραγματοποιούνταν για τη απόκρυψη της ροής και της προέλευσης των χρημάτων και τη τελική νομιμοποίηση τους.
Εν συνεχεία τα χρήματα επενδύονταν πίσω στις εταιρείες με την επέκταση της νόμιμης δραστηριότητας τους (αύξηση εταιρικών κεφαλαίων, ανέγερση ακινήτων κ.α.), που συντελούσε ωστόσο και στην περαιτέρω ανάπτυξη του εγκληματικού τους δικτύου, είτε μεταφέρονταν σε τραπεζικούς λογαριασμούς στο εξωτερικό, είτε χρησιμοποιούνταν για την κάλυψη των ατομικών καταναλωτικών τους αναγκών.
Τι βρέθηκε
Στις έρευνες που πραγματοποιήθηκαν σε διάφορες περιοχές της Αττικής και Κορινθίας, ανευρέθηκαν και κατασχέθηκαν, μεταξύ άλλων:
Το χρηματικό ποσό των 61.900 ευρώ,
τραπεζικές επιταγές συνολικού ποσού 24.200 ευρώ,
δύο χρυσές λίρες,
πλήθος καρτών ανάληψης,
πλήθος εγγράφων και σφραγίδων εταιρειών,
οκτώ συσκευές κινητών τηλεφώνων,
μία ζυγαριά ακριβείας,
ποσότητα κοκαΐνης, βάρους 21,48 γραμ.,
εννιά ναρκωτικά δισκία ecstasy.
To άρθρο H δράση της εγκληματικής οργάνωσης με πλαστές βεβαιώσεις για Covid – Ο λογιστής, τα 5,7 εκατ. ευρώ, οι 40 εταιρείες και τα 55 ακίνητα δημοσιεύτηκε στο NewsIT .