Ο καθηγητής Φυσικής του Πανεπιστημίου της Σεβίλλης, Χοσέ Μαρία Μαρτίν Ολάγια, πέτυχε ένα αξιοσημείωτο επιστημονικό επίτευγμα: δημοσίευσε εργασία με την οποία δίνει λύση σε ένα πρόβλημα που είχε τεθεί πριν από 120 χρόνια στον τομέα της θερμοδυναμικής — και, όπως ο ίδιος επισημαίνει, «διορθώνει μια ιδέα που είχε παρουσιάσει ο Άλμπερτ Αϊνστάιν στις αρχές του 20ού αιώνα».
Το πρόβλημα σχετίζεται με τη θερμοδυναμική συμπεριφορά σωμάτων σε συνθήκες μεταβαλλόμενης θερμοκρασίας, ειδικά όσον αφορά την ικανότητα των σωμάτων να αποθηκεύουν και να απελευθερώνουν θερμική ενέργεια με την πάροδο του χρόνου. Ο Αϊνστάιν είχε προτείνει έναν μαθηματικό χειρισμό που έγινε ευρέως αποδεκτός στη φυσική κοινότητα, αλλά —όπως δείχνει η νέα ανάλυση του Ισπανού καθηγητή— περιείχε ένα εννοιολογικό σφάλμα ως προς την ακριβή ερμηνεία της χρονικής εξέλιξης ορισμένων φυσικών μεγεθών.
Τι πρόβλημα έλυσε ο καθηγητής;
Το πρόβλημα έχει να κάνει με τη θερμοκρασία των σωμάτων όταν αλλάζουν οι συνθήκες του περιβάλλοντος – π.χ. πώς ζεσταίνεται ή κρυώνει ένα σώμα όταν μεταφέρεται από ένα θερμό σε ένα ψυχρό περιβάλλον.
Πριν από 120 χρόνια, οι επιστήμονες προσπαθούσαν να μοντελοποιήσουν (να περιγράψουν μαθηματικά) πώς ένα σώμα αλλάζει θερμοκρασία με τον χρόνο. Ο Αϊνστάιν ασχολήθηκε με αυτό το ζήτημα στις αρχές του 20ού αιώνα, όταν προσπαθούσε να κατανοήσει πώς τα άτομα απορροφούν και εκπέμπουν ενέργεια (αυτό που λέμε “ειδική θερμότητα” ενός υλικού).
Ωστόσο, η μαθηματική περιγραφή που χρησιμοποιούσε ο Αϊνστάιν – και που επικράτησε για δεκαετίες – περιείχε ένα σφάλμα: υπέθετε ότι η αλλαγή της θερμοκρασίας γίνεται με τρόπο “στιγμιαίο” ή απλοϊκά εκθετικό, χωρίς να λαμβάνει υπόψη τις πραγματικές χρονικές καθυστερήσεις και την αλληλεπίδραση με το περιβάλλον.
Πώς το έλυσε ο Ολάγια;
Ο καθηγητής από τη Σεβίλλη ανέλυσε και επανεξέτασε προσεκτικά το μαθηματικό μοντέλο που χρησιμοποιείται για να περιγράψει πώς ένα σώμα προσαρμόζει τη θερμοκρασία του στον χρόνο όταν το περιβάλλον αλλάζει (π.χ. μέρα-νύχτα, εποχιακές διακυμάνσεις κ.λπ.).
Αντί να βασιστεί στο παραδοσιακό μοντέλο (όπου η θερμοκρασία αλλάζει απλώς με μια σταθερή “εκθετική” καμπύλη), πρότεινε μια εξίσωση που συνυπολογίζει την πραγματική χρονική αδράνεια των συστημάτων, δηλαδή το γεγονός ότι τα υλικά δεν αντιδρούν αμέσως αλλά με καθυστέρηση — όπως ακριβώς η Γη δεν ζεσταίνεται αμέσως μόλις ανατείλει ο ήλιος, αλλά χρειάζεται ώρες για να φτάσει στη μέγιστη θερμοκρασία.
Με αυτό το νέο μοντέλο, η μαθηματική περιγραφή συμφωνεί απόλυτα με τα παρατηρημένα δεδομένα, και δίνει εξήγηση για φαινόμενα που μέχρι σήμερα ερμηνεύονταν πρόχειρα ή ανακριβώς.
Γιατί είναι σημαντικό; Είναι επειδή διορθώνει έναν θεωρητικό πυλώνα της φυσικής που είχε μείνει αναλλοίωτος για πάνω από έναν αιώνα. Βοηθάει στην καλύτερη κατανόηση φυσικών φαινομένων, όπως το πώς ζεσταίνονται και κρυώνουν τα αντικείμενα ή πώς επηρεάζεται το κλίμα από εξωτερικές αλλαγές.
Μπορεί να έχει πρακτικές εφαρμογές, π.χ. στην κλιματική επιστήμη, στη μηχανική υλικών, στις τεχνολογίες αποθήκευσης ενέργειας ή ακόμα και στην ιατρική (θερμορύθμιση σώματος).
Η μελέτη του Ολάγια αναλύει λεπτομερώς την παραδοσιακή προσέγγιση και παρουσιάζει μια νέα εξίσωση που αποδίδει καλύτερα τα πειραματικά δεδομένα και τις μακροχρόνιες παρατηρήσεις, επιλύοντας μια θεωρητική ασυμφωνία που ταλάνιζε τη θερμοδυναμική εδώ και δεκαετίες.
Το επίτευγμα αυτό αποκτά ιδιαίτερη σημασία καθώς δεν προέρχεται από ένα μεγάλο ερευνητικό κέντρο ή εργαστήριο με υψηλό χρηματοδοτικό υπόβαθρο, αλλά από την ατομική εργασία ενός καθηγητή δημόσιου πανεπιστημίου. Η εργασία του έχει ήδη προκαλέσει διεθνές ενδιαφέρον και αναμένεται να επηρεάσει τη διδασκαλία και την ερευνητική προσέγγιση στον τομέα της φυσικής της θερμότητας.
Μια ακόμη απόδειξη ότι η επιστήμη συνεχίζει να εξελίσσεται και να αναθεωρεί ακόμη και τα πιο θεμελιώδη σημεία της, όταν η παρατήρηση και η σκέψη συνδυάζονται με επιμονή και ανοιχτό πνεύμα.