Οι επιδρομές του Ισραήλ εναντίον των πυρηνικών εγκαταστάσεων του Ιράν δεν έχουν σχέση με την 7η Οκτωβρίου, κι ας προσπαθούν έτσι να δικαιολογήσουν οι εγχώριοι ακροκεντρώοι έναν πόλεμο πολύ μεγάλου ρίσκου. Στην πραγματικότητα, η απόφαση του Μπενιαμίν Νετανιάχου δεν οφείλεται ούτε στην εκτίμηση ότι η Τεχεράνη βρίσκεται στα πρόθυρα της κατασκευής μιας πυρηνικής βόμβας. Το επιχείρημα αυτό ο ισραηλινός πρωθυπουργός το χρησιμοποιεί από τη δεκαετία του 1990. Κι έχει προσπαθήσει πολλές φορές να εξαπολύσει αυτή την επίθεση, αλλά προσέκρουε πάντα στις αντιρρήσεις είτε των στρατηγών του είτε του αμερικανού προέδρου.
Αυτή τη φορά, η συγκυρία ήταν ιδανική. Η ακροδεξιά του κυβέρνηση ήθελε τον πόλεμο περισσότερο κι από τον ίδιο. Οι αρχηγοί του στρατού και της Μοσάντ είναι δικοί του άνθρωποι. Η Χεζμπολάχ είναι αποδυναμωμένη. Η ιρανική οικονομία πηγαίνει χάλια. Κι ο αμερικανός πρόεδρος γουστάρει αναταραχή. Ο Νετανιάχου αποφάσισε έτσι να ικανοποιήσει επιτέλους τη βασική του εμμονή (η άλλη είναι η υστεροφημία του). Οπως έδειξαν όμως οι πρώτες του κινήσεις, ο στόχος του δεν είναι μόνο η εξάρθρωση του ιρανικού πυρηνικού προγράμματος. Αυτό που επιδιώκει είναι η «αλλαγή καθεστώτος», η ανατροπή δηλαδή των μουλάδων. Με τον τρόπο αυτό πιστεύει ότι θα εξιλεωθεί και για την αδυναμία του να αποτρέψει την τρομοκρατική επίθεση της Χαμάς.
Μπορεί να του βγει. Μπορεί και να ανοίξει ο ασκός του Αιόλου. Το να φύγει η προσοχή της κοινής γνώμης από τα εγκλήματα στην Ουκρανία και στη Γάζα και να στραφεί στο Ιράν θα οδηγήσει πιθανότατα σε πολλαπλασιασμό των συγκρούσεων, όχι στον περιορισμό τους. Η λογική του Τραμπ και του Νετανιάχου ότι τα παγκόσμια προβλήματα δεν λύνονται με τη διπλωματία, αλλά με την πρόκληση χάους, μπορεί να αποβεί ολέθρια.
Σε αυτή την αυξημένη αβεβαιότητα, άλλος αντιδρά κραδαίνοντας τις ανόητες βεβαιότητές του. Αλλος υψώνει τη γροθιά. Κι άλλος τρέχει να ακούσει έναν σοφό, τρυφερό, αιώνιο έφηβο.
Στην προχθεσινή του ροκ συναυλία στη Μαλακάσα, μια συναυλία εκπληκτικής δύναμης, ζωντάνιας και συγκίνησης, ο Διονύσης είπε πολλά τραγούδια που ξεσήκωσαν τον κόσμο, από τον «Χειμώνα ετούτο» και τη «Θανάσιμη μοναξιά του Αλέξη Ασλάνη» μέχρι το «Εμείς, του ’60» και το «Ας κρατήσουν οι χοροί». Θυμήθηκε την προβολή του Woodstock στο Παλλάς, μέσα στη χούντα, και τη βίαιη διάλυση των διαδηλωτών που φώναζαν «Ελευθερία!». Συνόδευσε το «Hallelujah» του Λέοναρντ Κοέν με μια δική του μετάφραση. Για το τέλος, επέλεξε ένα τραγούδι που, όπως είπε, τον βοηθούσε πάντα να βρίσκει το θάρρος του όταν όλα γύρω του έδειχναν να καταρρέουν. «Εϊ Τζουντ, μη φοβάσαι. / Είσαι φτιαγμένος για να πας και να τη βρεις. / Από τη στιγμή που θα τη βάλεις στο πετσί σου, / θα αρχίσεις να νιώθεις καλύτερα». Γράφτηκε για ένα παιδί.